Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2008

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Ο Δημήτρης Χορν (9 Μαρτίου 1921 - 16 Ιανουαρίου 1998) ήταν Έλληνας ηθοποιός.

Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1921 σε ξενοδοχείο της οδού Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας. Πατέρας του ήταν ο γνωστός στρατιωτικός και θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν. Νονά του η μεγάλη ηθοποιός Κυβέλη. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1940.
Είχε πρωταγωνιστήσει σε δεκάδες θεατρικά έργα. Έκανε το ντεμπούτο του το 1940 στην οπερέτα του Στράους "Η Νυχτερίδα". Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο "Θέατρο Ρεξ" της Μαρίκας Κοτοπούλη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ανάμεσα σ΄ αυτά "Δωδεκάτη νύκτα", "Ριχάρδος Β'", "Ριχάρδος Γ'", "Άμλετ", "Τίμων ο Αθηναίος" (Σαίξπηρ), "Ημερολόγιο ενός τρελού" (Γκόγκολ), "Ιβάνωφ" (Τσέχωφ), "Ερρίκος Δ'" (Πιραντέλο).
Το 1943 - 1944 συμμετείχε στο θίασο Κατερίνας. Το 1944 συγκρότησε δικο του θίασο με τη Μαίρη Αρώνη και αργότερα με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με το θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου. Από το 1946 έως το 1950 επέστρεψε στο Εθνικό Θεάτρο.
Το 1951 μετέβει στην Αμερική και Αγγλία όπου και παρέμεινε επί διετία παρακολουθώντας την εξέλιξη του θεάτρου. Από το 1953 που επέστρεψε μέχρι το 1959 συγκρότησε μαζί με την Έλλη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά δικό τους θίασο και "ανεβάζουν" έργα όπως το "Νυφικό κρεβάτι", "Ο βροχοποιός" κα. επιχειρώντας "τουρνέ" στην Κωνσταντινούπολη και Αίγυπτο.
Συμμετείχε μόλις σε δέκα κινηματογραφικές ταινίες με αξιόλογες επιτυχίες όπως "Μια ζωή την έχουμε" (1958), "Αλοίμονο στους νέους" (1961), "Η κάλπικη λίρα" (1954), "Το κορίτσι με τα μαύρα" (1956) κ.ά.
Ξακουστή η ραδιοφωνική εκπομπή του με τίτλο "Ο Ταχυδρόμος Έφτασε". Με μια σουρεαλιστική ειρωνία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών, σε κείμενα του Κώστα Πρετεντέρη. Ο Δημήτρης Χορν "άφησε" και δεκάδες μαγνητοφωνήσεις θεατρικών έργων.
Ξακουστό είναι το επτάχρονο ειδύλλιο με την μεγάλη ελληνίδα ηθοποιό Έλλη Λαμπέτη, με την οποία παραλίγο να αποκτήσει παιδί αν και δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Πολλά χρόνια αργότερα παραδέχτηκε πως "...η Έλλη δεν ήταν η γυναίκα της ζωή μου". Πριν όμως υπήρξε παντρεμένος με την Ρίτα Φιλίππου.
Το 1967, χρόνια μετά το τέλος της σχέσης του με την Λαμπέτη παντρεύτηκε την Άννα Γουλανδρή (χήρα Παπάγου), η οποία είχε ήδη δύο παιδιά. Έζησαν μαζί μέχρι το θάνατο της το 1988.
Παρά τις ιδιοτροπίες του ο συνδυασμός του ταλέντου με τη γοητεία και τη φινέτσα των τρόπων του, τον ανέδειξε ως έναν από τους κορυφαίους Έλληνες ηθοποιούς. Λέγεται πως κάποτε μετά από το τέλος μίας παράστασης στην οποία πρωταγωνιστούσε, ζήτησε συγγνώμη για την "άθλια" ερμηνεία του από τους θεατές οι οποίοι παρ' όλα αυτά τον καταχειροκρότησαν.
Μιλούσε Αγγλικά και Γαλλικά. Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της ΕΡΤ την περίοδο 1974 - 1975. Υπήρξε στενότατος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το 1980 ίδρυσαν μαζί με τη σύζυγο του Άννα Γουλανδρή το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού.
Τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με τον Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Ά.
Πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 1998. Μετά το θάνατό του, καθιερώθηκε στη μνήμη του βραβείο (Βραβείο Χορν), το οποίο απονέμεται σε νέους ηθοποιούς του θεάτρου.


Ρήσεις

"Ποτέ δεν έπαψα να πιστεύω ότι ήταν λάθος μου να γίνω ηθοποιός"

"Μη φοβάσαι το τρακ. Πηγαίνει πάντα εκεί, όπου υπάρχει ταλέντο"

"Δεν αρκεί να θέλεις κάτι. Πρέπει να είσαι και έτοιμος να παλέψεις γι' αυτό"

"Κανένα ελάττωμα δεν μπορεί να σου στερήσει την επιτυχία" (Ο ίδιος δεν έβλεπε τους συμπρωταγωνιστές του στη σκηνή, επειδή είχε μυωπία)

"Δεν είναι κακό να βασανίζεσαι. Κακό είναι να βαριέσαι"

"Η επιτυχία είναι εξίσου δύσκολη να τη χειριστείς, με την αποτυχία"


Γνωστά τραγούδια

"Ηθοποιός σημαίνει φως"

"Οι θαλασσιές οι χάντρες"

"Ποιος το ξέρει"

"Ας είναι καλά το γινάτι σου"

"Πες μου μια λέξη"

"Το πάρτυ"


ΠΗΓΗ:

http://el.wikipedia.org/wiki/Δημήτρης_Χορν

ΕΛΛΗ ΛΑΜΠΕΤΗ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Η Έλλη Λαμπέτη (13 Απριλίου 1926 – 3 Σεπτεμβρίου 1983) ήταν μια από τις μεγαλύτερες ελληνίδες ηθοποιούς.


Βιογραφία

Γεννήθηκε στα Βίλια Αττικής. Το πραγματικό της όνομα ήταν Έλλη Λούκου. Ο πατέρας της Κώστας Λούκος είχε μια ταβέρνα στα Βίλια Αττικής και η μητέρα της ήταν η Αναστασία Σταμάτη. Είχε 6 αδέρφια, εκ των οποίων ένα δίδυμο αδελφό, που πεθαίνει από φυματίωση το 1941. Το 1928 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα. Με τον Αλέκο Αλεξανδράκη έζησαν πάλι έναν θυελλώδη έρωτα που διήρκεσε δύο χρόνια και συμπρωταγωνίστησαν και στο θέατρο. Ο γάμος της με τον Μάριο Πλωρίτη (ο οποίος παρέμεινε αιώνιος φίλος της και στάθηκε δίπλα της μέχρι το τέλος της ζωής της) το 1950 υπήρξε ατυχής, χώρισαν το 1953, όταν γνωρίστηκε με τον Δημήτρη Χορν, και μαζί έγραψαν μία από τις πιο λαμπερές σελίδες στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου και υπήρξαν αγαπημένο ζευγάρι στη ζωή και στη σκηνή. Όμως, δεν παντρεύτηκαν ποτέ και επιπλέον η Λαμπέτη αναγκάστηκε να κάνει έκτρωση στο παιδί που κυοφορούσε από εκείνον.

Από τον Δ. Χορν χώρισε το 1959, όταν γνώρισε τον αμερικανό συγγραφέα Γουέηκμαν (Frederic Wakeman), τον οποίο παντρεύτηκε, αλλά χώρισε το 1976 μετά από πολλά προβλήματα και όντας χρόνια εν διαστάσει. Σημαντική γνωριμία στη ζωή της στάθηκε ο γνωστός ηθοποιός Κώστας Καρράς, με τον οποίο η Λαμπέτη ονειρευόταν για άλλη μια φορά τον γάμο και την οικογένεια. Θα παίξουν μαζί στο "Θυμήσου τον Σεπτέμβρη", αλλά εμπόδιο στα σχέδιά της είναι το νεαρό της ηλικίας του και το ότι εκείνος είναι παντρεμένος, κάτι που η ίδια αγνοούσε. Θα μάθει την αλήθεια από τη γνωστή πλέον ηθοποιό Βέρα Κρούσκα, η οποία έκανε τα πρώτα θεατρικά της βήματα στο πλευρό της Λαμπέτη.

Ο καρκίνος κάνει την εμφάνιση της στη ζωή της ηθοποιού (1969). Αφού της στέρησε τις αγαπημένες της αδερφές, τις οποίες έχασε όλες (εκτός από την αδερφή της Αντιγόνη, η οποία έζησε αρκετά χρόνια και μετά το θάνατο της Έλλης) από καρκίνο του μαστού, ο καρκίνος χτύπησε την πόρτα και της ίδιας. Μετά την εγχείρηση (ολική μαστεκτομή) στην οποία υποβλήθηκε στις ΗΠΑ επιστρέφει και προσπαθεί να το ξεπεράσει.

Μια προσπάθεια υιοθεσίας από κοινού με τον Γουέηκμαν, (της μικρής Έλίζας) της δημιούργησε πλείστα προβλήματα, όταν δικαστική απόφαση την υποχρέωσε να επιστρέψει το παιδί, μετά παρέλευση 4 χρόνων, στους φυσικούς γονείς του. Η περιπέτεια αυτή της δημιούργησε γενική κατάπτωση και μελαγχολία, που την κράτησε μακριά από το θέατρο. Η επάρατη νόσος όμως ήρθε να συμπληρώσει την τραγωδία της μεγάλης αυτής ηθοποιού, κάνοντας την επανεμφάνισή της μετά από 11 χρόνια, το 1980. Οι μεταστάσεις ήταν συνεχείς. Οι χημειοθεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε έπληξαν τις φωνητικές της χορδές, με αποτέλεσμα σταδιακά να χάσει και τη φωνή της. Η τελευταία παράσταση στην οποία πρωταγωνίστησε στην Αθήνα ήταν τα "Παιδιά ενός κατώτερου Θεού" στο ρόλο της κωφάλαλης Σάρα.

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1983 άφησε τη τελευταία της πνοή σε νοσοκομείο των ΗΠΑ που είχε μεταβεί λίγες εβδομάδες πριν. Η τελευταία προσφορά της ήταν η δωρεά των ματιών της.
Η Έλλη Λαμπέτη είχε τιμηθεί με το επαμειβόμενο βραβείο Μαρίκας Κοτοπούλη για την διετία 1949-1951.

Επαγγελματική σταδιοδρομία

Το θέατρο Λαμπέτη στη Λ. Αλεξάνδρας στην Αθήνα.
Το 1941 έδωσε εξετάσεις και απέτυχε τόσο στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου όσο και στη σχολή Κοτοπούλη. Η ίδια η Μαρίκα Κοτοπούλη όμως αναγνώρισε το ταλέντο της και την έκανε δεκτή στη σχολή της. Άλλαξε το επώνυμο της από Λούκου σε Λαμπέτη όταν διάβασε το βιβλίο "Αστραπόγιαννος" του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Πρώτη της θεατρική εμφάνιση το 1942 στο έργο "Η Χάνελε πάει στο Παράδεισο" του Γκέρχαρντ Χάουπτμαν. Η συμμετοχή της όμως στο έργο "Γυάλινος κόσμος" στο θέατρο του Κάρολου Κουν είναι εκείνο που την καθιερώνει ως εξαίρετη ηθοποιό. Από το 1949 ανήκει στο θίασο του Κ. Μουσούρη όπου και η μεγαλύτερη μέχρι τότε επιτυχία της σημείωσε στο έργο "Πέγκ καρδούλα μου".
Συμπρωταγωνίστρια με τον Δ. Χορν και τον Γ. Παππά ανέβασε κλασσικά έργα όπως "Νυφικό κρεβάτι", "Παιχνίδι της Μοναξιάς" κ.ά. Επίσης συνεργάστηκε στο θέατρο με μεγάλους ηθοποιούς, όπως ήταν ο Μάνος Κατράκης, που επιπλέον τους συνέδεε βαθιά φιλία. Τελευταία της παρουσία στο Θέατρο ήταν το 1981 στο έργο "Σάρα - Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού" υποδυόμενη με απίστευτη επιτυχία τη κωφάλαλη Σάρα. Αλλά και στον ελληνικό κινηματογράφο οι επιτυχίες της δεν ήταν λίγες, ιδιαίτερα στο "Κορίτσι με τα μαύρα", "Κυριακάτικο ξύπνημα" αλλά και στο "Η Κάλπικη λίρα".

Θεατρογράφημα

Το ταξίδι του γάμου (Κάρλο Ντε Φρις) Θίασος Κοτοπούλη 1942

Αλάτι και πιπέρι Θίασος Κοτοπούλη 1942

Η Χάννελε πάει στον παράδεισο(Γκ. Χάουπτμαν)Θίασος Κοτοπούλη 1942

Ο ψεύτης και η καλόγρια (Κουρτ Γκετς) Θίασος Κοτοπούλη 1944

Φουσκοθαλασσιές (Δημήτρης Μπόγρης) Θίασος Κοτοπούλη 1944

Σκάνδαλο σε γυμνάσιο θηλέων (Λαντ. Φοντόρ) Θίασος Μιράντας,Μουσούρη,Νέζερ 1944

Χάιλ Χίτλερ (Δ. Ευαγγελίδη- Αλ. Σακελλάριου) Θίασος Μουσούρη 1944

Η μεγάλη στιγμή (Αλέκου Λιδωρίκη) Θίασος Μουσούρη 1945

Οι έμποροι της δόξας (Μαρσέλ Πανιώλ-Πωλ Νιβουά) Θίασος Μουσούρη 1945

Η κυρία προέδρου (Μ.Εννεκέν-Πωλ Βεμπέρ) Θίασος Μουσούρη 1945

Μποέμ (Ρενάτο Μόρντο) Θεατρική εταιρεία Μουσούρη, Μόρντο, Ανεμογιάννη 1945

Εμείς κι ο χρόνος (Τζων Πρίσλευ) Θέατρο Τέχνης 1946

Γυάλινος Κόσμος (Τένεση Ουίλλιαμς) Θέατρο Τέχνης 1946

Αντιγόνη (Ζαν Ανούιγ) Θέατρο Τέχνης 1947

Ο γάμος της Μπάρμπαρα (Τζέημς Μπάρι) Θέατρο Τέχνης 1947

Το φιόρο του Λεβάντε (Γρηγόριος Ξενόπουλος) Θέατρο Τέχνης 1947

Ήταν όλοι τους παιδιά μου (Άρθουρ Μίλλερ) Θέατρο Τέχνης 1947

Ζωή με τον πατέρα (Χάουαρντ Λίντσευ- Ράσσελ Κρουζ) Θέατρο Τέχνης 1947

Ο ανακριτής έρχεται (Τζων Πρίσλευ) Θέατρο Τέχνης 1948

Ματωμένος Γάμος (Φρεδερίκο Γκαρθία Λόρκα) Θέατρο Τέχνης 1948

Ο Απόλλων του Μπελάκ (Ζαν Ζιρωντού) Θίασος Κατερίνας 1948

Χρυσή μου Ρουθ (Νόρμαν Κράσνα) Θίασος Κατερίνας 1948

Ο κουρέας της Σεβίλλης (Μπωμαρσαί) Εθνικό Θέατρο 1948

Οι Φοιτητές (Γρηγόριος Ξενόπουλος) Εθνικό Θέατρο 1949

Φθινοπωρινή Παλίρροια (Δάφνη ντυ Μωριέ) Θίασος Κατερίνας 1949

Οι τρομεροί εραστές (Νόελ Κάουαρντ) Θίασος Κατερίνας 1949

Η κληρονόμος (Ρουθ-Αυγούστου Γκετς) Θίασος Μουσούρη 1949

Η ανθρώπινη φωνή (Ζαν Κοκτώ) Θίασος Μουσούρη 1950

Λίλιομ (Φέρεντς Μολνάρ) Θίασος Μουσούρη 1950

Ένας αξιοθαύμαστος υπηρέτης (Τζέημς Μπάρρι) Θίασος Μουσούρη 1950

Πεγκ, καρδούλα μου (Τζ. Χαρτλευ Μάννερς) Θίασος Μουσούρη 1950

Χαμένοι στο σκοτάδι (Πωλ Βίνσετ Κάρρολλ) Θίασος Μουσούρη 1951

Το κουρέλι (Ντάριο Νικοντέμι) Θίασος Μουσούρη 1951

Βαθειά, γαλάζια θάλασσα (Τέρενς Ράττιγκαν) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1952

Ξενοδοχείο η ευτυχία (Μαρκ Ζιλμπέρ Σωβαζόν) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1952

Νόρα-Το σπίτι της Κούκλας (Ερρίκου Ίψεν) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1953

Αγαπούλα (Άρθουρ Σνίτσλερ) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1953

Τρεις άγγελοι (Αλμπέρ Υσσόν) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1953

Γαλάζιο Φεγγάρι (Χιου Χέρμπερτ) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1953

Ο άνθρωπος με την ομπρέλα (Ντάινερ-Μόρρουμ) Θίασος Λαμπέτη, Παππά, Χορν 1954

Πρόσκληση στον πύργο (Ζαν Ανούιγ) Θίασος Μουσούρη 1955

Το τελευταίο βαλς (Σώμερσετ Μωμ) Θίασος Μουσούρη 1956

Νυχτερινή επίσκεψη (Γκέγιερ) Θίασος Μουσούρη 1956

Αριστοκρατικός δρόμος (Τζέημς Μπάρρι) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1956

Βροχοποιός (Ν.Ρίτσαρντ Νας) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1956

Ζιζή (Αννίτα Λους) Θίασος Λαμπέτη Χορν 1957

Το νυφικό κρεβάτι (Γιαν ντε Νάρτογκ) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1957

Ένα ζευγάρι παπούτσια (Κλωντ Μανιέ) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1958

Το παιχνίδι της μοναξιάς (Ουίλλιαμ Γκιμπσον) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1958

Ο Βαβάς (Αντρέ Ρουσσέν) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1958

Η κυρία με τις καμέλιες (Αλέξανδορς Δουμάς) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1959

Εραστής από χαρτόνι (Ζακ Ντεβάλ) Θίασος Λαμπέτη, Χορν 1959

Το θαύμα της της Άννυ Σάλλιβαν (Ουίλλιαμ Γκίμπσον) Θίασος Λαμπέτη 1961

Πεγκ, καρδούλα μου (Τζ. Χάρτλευ Μάννερς) Θίασος Λαμπέτη 1961

Η μικρή μας πόλη (Θόρντον Γουάιλντερ) Θίασος Λαμπέτη 1962

Ανοιξιάτικο τραγούδι (Τζων Βαν Ντρούτεν) Θίασος Λαμπέτη 1962

Οντίν (Ζαν Ζιρωντού) Θίασος Λαμπέτη 1962

Η κληρονόμος (Ρουθ-Αυγούστου Γκετς) Θίασος Λαμπέτη 1962

Σαμπρίνα (Σάμιουελ Τέηλορ) Θίασος Λαμπέτη 1963

Ατζαλένιο γοβάκι (Πωλ Κλωντέλ) Εθνικό Θέατρο 1964

Ξυπόλητη στο πάρκο (Νηλ Σάιμον) Θίασος Λαμπέτη 1964

Λεωφορείο ο Πόθος (Τένεση Ουίλλιαμς) Θίασος Λαμπέτη 1965

Αγία Ιωάννα (Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω) Θίασος Λαμπέτη 1966

Μαμζέλ Πέπσυ (Πιερ Εντμόν Βικτόρ) Θίασος Λαμπέτη 1966

Θυμήσου το Σεπτέμβρη (Νόελ Κάουαρντ) Θίασος Λαμπέτη 1967

Σαράντα καράτια (Πιερ Μπαριγιέ) Θίασος Λαμπέτη 1968

Φράνκυ (Κάρσον Μακ Καλλερς) Θίασος Λαμπέτη 1969

Το άνθος του κάκτου (Πιερ Μπαριγιέ-Ζαν Πιερ Γκρεντύ) Θίασος Λαμπέτη 1970

Τσιν τσιν (Φρανσουά Μπιγιεντού) Θίασος Λαμπέτη, Κωνσταντάρα 1970

Μια λαίδη στο σφυρί ( Σώμερσετ Μωμ) Θίασος Λαμπέτη, Κωνσταντάρα 1970

Ο λογαριασμός (Φρανσουάζ Ντορέν) Θίασος Λαμπέτη 1971

Πέντε Θεατρικές μορφές:Ζαν Κοκτώ-Η ψεύτρα, Αυγούστου Στρίντμπεργκ-Η πιο δυνατή, Ζαν Κοκτώ- Την έχασα, Κάθρην Μάνσφηλντ, Ζαν Κοκτώ-Η ανθρώπινη φωνή Θίασος Λαμπέτη 1971

Γλυκιά Ίρμα (Αλεξάντερ Μπερεφφόρ-Μαργκερίτ Μονό) Θίασος Λαμπέτη 1972

Η τυφλόμυγα (Α.Λίκμπορν) Θίασος Λαμπέτη, Κατερίνας 1972

Μικρές αλεπούδες (Λίλιαν Χέλμαν) Θίασος Λαμπέτη, Κατερίνας 1973

Ο Βυσσινόκηπος (Άντον Τσέχοφ) Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος 1974

Δεσποινίς Μαργαρίτα (Ρομπέρτο Αλτάιντε) Θίασος Λαμπέτη 1975

Φθινοπωρινή ιστορία (Αλεξέι Αρμπούζοφ) Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο 1977

Έξι μονόπρακτα: Μπέρτολτ Μπρεχτ-Η εβραία(από το «Τρόμος και Αθλιότητα στο Γ’ Ράιχ), Αυγούστου Στρίντμπεργκ-Η Πιο Δυνατή, Τσέχοφ-Αρού Όλυα («Μια Ψυχούλα»), Ζαν Κοκτώ-Η ανθρώπινη φωνή, Η ψεύτρα, Ο Πιερότος(«Την έχασα») Θίασος Λαμπέτη 1978

Φιλουμένα Μαρτουράνο (Εντουάρντο ντε Φιλίππο) Θίασος Λαμπέτη 1978

Ντόλλυ-«Η Προξενήτρα» (Θόρντον Ουάιλντερ) Θίασος Λαμπέτη 1980

Σάρα, Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού (Μαρκ Μέντοφ) Θίασος Λαμπέτη 1981

Οι ταινίες

Αδούλωτοι σκλάβοι (1946) .... Τατιάνα
Παιδιά της Αθήνας (1947)
Διαγωγή μηδέν (1949) .... Μπίλιω Φουντούκα
Ματωμένα Χριστούγεννα (1951) .... Ελένη
Κυριακάτικο ξύπνημα (1953) .... Μίνα Λαμπρινού
Η κάλπικη λίρα (1954) .... Αλίκη
Το κορίτσι με τα μαύρα (1956) .... Μαρίνα
Το τελευταίο ψέμα (1957) ... Χλόη
Χαμένο κορμί (The Wastrel/Il Relitto) (1961) .... κυρία Μπελ
Μια μέρα, ο πατέρας μου (One Day, My Daddy) (1968)
Την τηλεοπτική περίοδο 2006 - 2007 προβλήθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha τηλεοπτική σειρά 20 επεισοδίων, με τίτλο Έλλη Λαμπέτη: Η τελευταία παράσταση, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της βιογράφου της Λαμπέτη Φρίντας Μπιούμπι,("Έλλη Λαμπέτη: Η τελευταία παράσταση" Εκδόσεις Εξάντας 1983) με πρωταγωνίστριες στο ρόλο της Λαμπέτη τις, Μαρίνα Καλογήρου (νεαρή ηλικία) και Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (ώριμη ηλικία).

Ο Φρέντυ Γερμανός έγραψε τη βιογραφία της δεκατρία χρόνια μετά το θάνατο της (1996).



ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/Έλλη_Λαμπέτη

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2008

ΦΡΕΝΤ ΑΣΤΕΡ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Ο άνθρωπος που έμελλε να αλλάξει ριζικά τον ρουν της ιστορίας του μιούζικαλ. Το δεύτερο παιδί του Φρέντρικ και της Ανν Τζέλιους Οστερλιτζ, γεννήθηκε στις 10 Μαΐου του 1899 στην Ομάχα της Νεμπράσκα. Σε ηλικία μόλις πέντε ετών μαζί με τη μητέρα του θα βρεθεί στην Ακαδημία του καθηγητή Κλοντ Αλβιέν όπου θα παρακολουθήσει τα πρώτα του μαθήματα χορού έχοντας ντάμα την αδελφή του Αντέλ. Εχοντας χαρακτηριστεί και οι δύο εξαιρετικά ταλέντα έπρεπε να περιμένουν 17 χρόνια για να κερδίσουν τους πρώτους ρόλους τους σε θεατρική παράσταση. Μελετώντας στο μεσοδιάστημα χορό, μουσική και γαλλικά, τον Νοέμβριο του 1917 στο έργο «Over the top» έκαναν το όνειρό τους πραγματικότητα. Εχοντας λάβει τις καλύτερες των κριτικών, η καριέρα τους δεν μπορούσε παρά να απογειωθεί. Μετά τα «For Goodness Sake» και «Stop Flirting» εργάστηκαν μαζί για ακόμη οκτώ χρόνια. Το 1932 η Αντέλ αποσύρεται για να παντρευτεί, κάτι το οποίο κάθε άλλο παρά φόβισε τον Φρεντ. Η καριέρα του είχε ήδη εκτιναχθεί στα ύψη, παρ' όλα αυτά εξακολούθησε να δουλεύει σκληρά ξοδεύοντας ατέλειωτες ώρες στα στούντιο MGM και η επιβράβευση δεν άργησε να του χτυπήσει την πόρτα.
Την ίδια χρονιά παίζει για πρώτη φορά με τη μετέπειτα σχεδόν μόνιμη παρτενέρ του Τζίντζερ Ρότζερς στην ταινία «Flying Down to Rio».
Ετσι γεννήθηκε το πιο δημοφιλές χορευτικό ζευγάρι στην ιστορία του κινηματογράφου.
Πλασμένοι ο ένας για τον άλλον, συνεργάστηκαν για δεκαέξι ολόκληρα χρόνια, πρωταγωνιστώντας σε δέκα μιούζικαλ.
Τις δεκαετίες του '40 και του '50, έχοντας ήδη ταυτιστεί με το πρότυπο του τρυφερού και ευγενικού τζέντλεμαν, η πορεία του Φρεντ Αστέρ στον κινηματογράφο ήταν ονειρική. Το πέρασμα του χρόνου και οι συνεχείς πρόβες τον ανάγκασαν να αποχωρήσει σιγά σιγά από τον κινηματογράφο, όχι όμως και από τον κόσμο του θεάματος. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60 στις εκπομπές του, στο αμερικανικό δίκτυο NBC, «Ενα βράδυ με τον Φρεντ Αστέρ», «Ωρα του Αστέρ» και «Το σόου του Φρεντ Αστέρ» υπήρξε απολαυστικός. Με δύο βραβεία Οσκαρ και τέσσερα βραβεία ΕΜΜΥ, αποδείκνυε κάθε φορά πόσο ακμαίος και ενεργητικός εξακολουθούσε να είναι. Το 1954 η γυναίκα του Φίλις, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, πέθανε από καρκίνο.
Δύο δεκαετίες αργότερα γνωρίστηκε με τη Ρόμπιν Σμιθ, την οποία παντρεύτηκε το 1980. Τον Ιούνιο του 1987, ύστερα από ένα κρυολόγημα και αφού ο οργανισμός του δεν μπορούσε πλέον να αντεπεξέλθει, ο Φρεντ Αστέρ έκλεισε τα μάτια του για πάντα.
ΠΗΓΗ:

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

ΝΑΝΑ ΜΟΥΣΧΟΥΡΗ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Η Νάνα Μούσχουρη είναι μεγάλη Ελληνίδα τραγουδίστρια με διεθνή καριέρα. Θεωρείται η τραγουδίστρια με τις υψηλότερες πωλήσεις στην ιστορία, έχοντας πουλήσει πάνω από 300 εκατομμύρια δίσκους (ψηφιακούς και βινύλιου).

Βιογραφία

Γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1934 στα Χανιά.

Η οικογένεια της Μούσχουρη ζούσε στα Χανιά, όπου ο πατέρας της, Κωνσταντίνος, εργαζόταν ως μηχανικός προβολής ταινιών σε έναν τοπικό κινηματογράφο. Η μητέρα της, Αλίκη, εργαζόταν επίσης στον ίδιο κινηματογράφο. Όταν η Νάνα ήταν τριών χρονών, μετακομίσανε στην Αθήνα. Τα χρόνια ήταν δύσκολα και η οικογένεια της δούλευε πολύ σκληρά για να πάνε η Νάνα και η μεγαλύτερη αδελφή της, η Τζένη, στο Ωδείο Αθηνών. Η Νάνα δεν άργησε να δείξει το εξαιρετικό μουσικό της ταλέντο.

Στον πόλεμο ο πατέρας της πήρε μέρος στην αντιναζιστική αντίσταση στην Αθήνα.



ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%AC%CE%BD%CE%B1_%CE%9C%CE%BF%CF%8D%CF%83%CF%87%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%B7

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

BARBARA JOAN STREISAND - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Το όνομά της είναι Barbara Joan Streisand. Γεννήθηκε στις 24 Απριλίου του 1942 στο Brooklyn. Οι γονείς της Emanuel and Diana Streisand ήταν συνεπαρμένοι από τη γέννηση της κόρης τους που ήρθε στον κόσμο επτά χρόνια μετά τη γέννηση του γιου τους Sheldon. Κανείς όμως δεν περίμενε τι ήταν αυτό που θα συνέβαινε στο μέλλον αλλάζοντας τη ζωή της μικρής Barbara. Ο πατέρας της, Emmanuelle (χαϊδευτικά τον φώναζαν Manny), ήταν ένας αθλητικός τύπος με μεγάλη ενεργητικότητα. Γινόταν αμέσως αξιαγάπητος σε όσους τον γνώριζαν. Εκείνος με τη σειρά του, θα έκανε τα πάντα για να είναι η οικογένειά του ευχαριστημένη. Όταν λοιπόν γεννήθηκε η Barbara, ο Manny αποφάσισε να πιάσει μια καλοκαιρινή δουλειά προκειμένου να ανταποκριθεί σε όλες τις οικονομικές απαιτήσεις που συνεπάγεται η γέννηση ενός παιδιού. Η γυναίκα του Diana ήταν από την αρχή αντίθετη με την απόφασή του αυτή, σαν να είχε μια προαίσθηση ότι κάτι άσχημο θα συνέβαινε, δεν είπε όμως τίποτα.


Έτσι, ολόκληρη η οικογένεια, εγκατέλειψε το αγαπημένο διαμέρισμα στο Brooklyn και μετακόμισε στα βουνά Catskill, εκεί όπου ο Manny επρόκειτο να ξεκινήσει τη νέα του δουλειά. Όπως αποδείχθηκε, η δουλειά ήταν πολύ κουραστική για τον 35χρονο άνδρα. Μέσα σε όλα αυτά ήρθαν να προστεθούν και οι χρόνιες ημικρανίες από τις οποίες εκείνος υπέφερε, εξαιτίας ενός αυτοκινητιστικού ατυχήματος που είχε πάθει το 1930, πριν ακόμα παντρευτεί. Οι πρώτες κρίσεις επιληψίας δεν άργησαν να φανούν και οι γιατροί δεν μπορούσαν να είναι σίγουροι αν αυτές οι κρίσεις θα επαναλαμβάνονταν στο μέλλον. Όταν ο Manny ξεκίνησε τη νέα του δουλειά, οι ημικρανίες άρχισαν να γίνονται ολοένα και συχνότερες. Κάποια στιγμή οι ημικρανίες ήταν τόσο έντονες που ο οργανισμός του δεν άντεξε. Λίγες ώρες αργότερα ο Manny, ο αγαπημένος πατέρας της Barbara και τον Sheldon, δεν βρισκόταν πια στη ζωή. Το τραγικό γεγονός συνέβη ένα απόγευμα του Αυγούστου του 1943 και από τότε η ζωή της Barbra άλλαξε για πάντα.


Ταραγμένη η μητέρα τους Diana, μην έχοντας προλάβει να αποταμιεύσει κάποια χρήματα, αναγκάστηκε να μετακομίσει με τα δυο της παιδιά στο μικρό διαμέρισμα των γονιών της στην Pulaski Street του Brooklyn. Το σπίτι δεν είχε καν σαλόνι, μήτε ένα καναπέ. Μεγαλώνοντας η Barbara, θυμόταν τις δύσκολες στιγμές που πέρασε τότε, που είχε την εντύπωση ότι ένας καναπές ήταν προνόμιο μόνο των πλουσίων. Ο αδελφός της Sheldon έλεγε ότι δεν υπήρχε καν αγάπη μέσα σε εκείνο το σπίτι. Η μητέρα τους είχε σοκαριστεί από τον ξαφνικό θάνατο του συζύγου της και ήταν συνεχώς μέσα στη θλίψη.


Η μικρή Barbara προσπάθησε να βρει τρόπους να περνά το χρόνο της διασκεδάζοντας μόνη της. Παρίστανε πως διοργάνωνε απογευματινά πάρτι, όπου σερβίριζε τσάι στις κούκλες της. Ντυνόταν με τα ρούχα της μαμάς της και αργότερα έμαθε να χρησιμοποιεί και το make up της και να βάφεται μπροστά στον καθρέφτη. Περνούσε αμέτρητες ώρες τραγουδώντας μέσα στο σπίτι. Μερικοί από τους γείτονες είχαν ενοχληθεί, άλλοι όμως ένιωθαν μεγάλη ευχαρίστηση ακούγοντας τη μικρή να τραγουδά. Η μητέρα της θυμάται ότι η κόρη της πρώτα τραγούδησε και μετά μίλησε. Όταν η Barbara ξεκίνησε το σχολείο, απέκτησε τις πρώτες της φίλες. Το 1949 η μητέρα της την έστειλε σε άλλο σχολείο γιατί δεν μπορούσε να πληρώνει τα δίδακτρα του πρώτου. Αν και η μικρή ήταν πολύ συναισθηματική και ευαίσθητη, μπορούσε να αποκτά εύκολα νέους φίλους. Όταν ήταν δέκα ετών, είχε πάει στο σπίτι μιας φίλης της. Εκεί ανακάλυψε ένα "μαγικό" κουτί, την τηλεόραση. Ο κόσμος της T.V. φάνταζε τόσο μαγικός μπροστά στα μάτια της. Ένας αλλιώτικος κόσμος, χαρούμενος και συνάμα εντυπωσιακός. Τότε ήταν που σκέφτηκε για πρώτη φορά στη ζωή της ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός.


Στο μεταξύ η μητέρα της, προσπαθώντας να ξεπεράσει το χαμό του συζύγου της, γνώρισε έναν άλλο άντρα τον Louis, ο οποίος τελικά έστω και καθυστερημένα την παντρεύτηκε ενώ εκείνη ήταν έγκυος στον ένατο μήνα. Δύο εβδομάδες μετά το γάμο τους, γεννήθηκε η Rosalind. Όμως ο Louis δεν αποδείχθηκε σωστός απέναντι στη νέα του οικογένεια. Αρνιόταν να τους υποστηρίξει οικονομικά λέγοντας συνεχώς ότι δεν είχε χρήματα. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Έκανε συνεχώς διακρίσεις, δείχνοντας φανερά την αγάπη του προς τη φυσική του κόρη σε βάρος των δύο άλλων παιδιών, τα οποία και παραμελούσε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που έκανε αυτή τη διάκριση ακόμα και μπροστά σε φίλες της Barbra. Αργότερα ο Louis άρχισε να παραμελεί και την σύζυγό του Diana με αποτέλεσμα τα πράγματα να φτάσουν κάποια στιγμή στο απροχώρητο και το ανδρόγυνο να καταλήξει σε διαζύγιο.


Κανείς δεν είχε καταλάβει ότι η Barbara ζούσε σε ένα δικό της κόσμο που απείχε από την πραγματικότητα. Οι έλλειψη οικογενειακής θαλπωρής, της είχε δημιουργήσει διάφορα προβλήματα που είχαν να κάνουν με την εξωτερική της εμφάνιση. Νόμιζε ότι ήταν άσχημη. Επίσης στο μυαλό της υπήρχε συνεχώς η σκέψη ότι έπασχε από καρκίνο και ότι όλοι το ήξεραν αλλά κανείς δεν της το έλεγε. Της είχε καρφωθεί η ιδέα ότι θα πέθαινε από κάτι τέτοιο ή από καρδιακή προσβολή. Ένιωθε συνέχεια ένα σφύριγμα στα αυτιά της και φορούσε ωτοασπίδες για να αποφύγει οποιονδήποτε θόρυβο.


Ο φανταστικός κόσμος μέσα στον οποίον ζούσε την έκανε να περνά αμέτρητες ώρες μπροστά στην τηλεόραση και να ονειρεύεται τη εντυπωσιακή ζωή τον μεγάλων τηλεοπτικών αστέρων. Όχι μόνο χρησιμοποιούσε το make-up της μαμάς της για να μάθει να βάφεται αλλά στο τέλος ξεκίνησε να καπνίζει και τα τσιγάρα της.


Τον Σεπτέμβριο του 1955 η Barbara μπήκε με πολύ καλή σειρά στο Erasmus High School του Brooklyn, ένα από τα καλύτερα πρότυπα σχολεία για Ακαδημαϊκές σπουδές. Τον Απρίλιο της επόμενης χρονιάς με την άδεια της μητέρας της, πήγε για πρώτη φορά σινεμά στο Μανχάταν για να γιορτάσει τα 14α της γενέθλια και να δει "To Ημερολόγιο της Αννας Φρανκ". Βλέποντας την ταινία σκέφτηκε ότι θα μπορούσε κάποτε να ερμηνεύσει κι εκείνη ένα παρόμοιο ρόλο. Αυτή η σκέψη την οδήγησε στην απόφαση να ασχοληθεί στα σοβαρά με την ηθοποιία. Έτσι άρχισε να πηγαίνει σε διάφορες ακροάσεις. Μια από αυτές ήταν για το βασικό ρόλο στην ταινία του Otto Preminger "Saint Joan". Δυστυχώς αν και όλοι είπαν ότι η ικανότητα της στην υποκριτική ήταν εξαιρετική, το ρόλο κέρδισε η τυπικά όμορφη Jean Seberg. Η Barbara έπεσε σε κατάθλιψη αποδίδοντας τα πάντα στην εξωτερική της εμφάνιση.Αρχισε να έχει ακόμα πιο άσχημη ιδέα για τον εαυτό της.


Στο μεταξύ στη ζωή της Diana επικρατούσε πάλι αναστάτωση. Εκείνη και ο Louis χώρισαν. Αν και της δόθηκε ένα χρηματικό ποσό, δεν ήταν αρκετό για να ισορροπήσει τα οικονομικά της προβλήματα. Έτσι αναγκάστηκε να πιάσει δουλειά. Η Barbra αναγκαζόταν να ντύνεται με παλιά ρούχα που ήταν εκτός μόδας και να προσέχει τη μικρή της αδελφή Rosalind ενώ η μητέρα της δούλευε. Όταν η Rosalind φαινόταν στρουμπουλή και χαριτωμένη, η Barbara φαινόταν κοκαλιάρα και άχαρη.


Με τη μητέρα της να εργάζεται σκληρά, η Barbara ήταν τώρα ελεύθερη να περνά το χρόνο της όπως εκείνη ήθελε. Και αυτό που πραγματικά την ικανοποιούσε ήταν να πηγαίνει στο σινεμά συνεχίζοντας να ζει στο δικό της φανταστικό κόσμο των στρας. Άρχισε πάλι τις προσπάθειες για μια καριέρα ηθοποιού, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας της. Παρακολούθησε ένα μαθητικό πρόγραμμα στο Cherry Lane Theater, παίρνοντας τελικά την άδεια της μητέρας της αφού της υποσχέθηκε πρώτα να φέρνει καλούς βαθμούς από το σχολείο.


Όταν έγινε 17 ετών, η Barbara έπιασε την πρώτη της δουλειά στο Μανχάταν. Εν τω μεταξύ είχε τελειώσει το Γυμνάσιο αλλά παρόλο που είχε πολύ καλούς βαθμούς δεν ήθελε να ακολουθήσει ακαδημαϊκές σπουδές. Έτσι μετά από μερικές εβδομάδες αφότου αποφοίτησε, πήρε τις βαλίτσες της και πήγε στο Μανχάταν εκεί όπου μπορούσε να πραγματοποιήσει το όνειρό της. Τότε αποφάσισε να αλλάξει την προφορά του ονόματος της για να το κάνει μοναδικό (Barbra). Εκεί συνάντησε τον Marty Erlichman που είναι μέχρι σήμερα ο μάνατζερ της. Αν και ποτέ δεν έχει υπογράψει μαζί του κάποιο συμβόλαιο, η συνεργασία τους συνεχίζεται με επιτυχία μέχρι σήμερα.


Μέχρι τις μέρες μας, η Barbra Streisand παραμένει μια από τις πιο γνωστές τραγουδίστριες στην ιστορία της μουσικής, όπως επίσης και μια πολύ καλή ηθοποιός. Η καριέρα της ξεκίνησε στα 18 της, στις αρχές της δεκαετίας του '60, σαν τραγουδίστρια σε ένα νυχτερινό club στο Μανχάταν. Δύο χρόνια αργότερα ερμήνευσε τον πρώτο της ρόλο στο θεατρικό έργο του Broadway "I Can Get It For You Wholesale". Ηχογράφησε τον "Pins And Needles" που ήταν από τις πρώτες της δισκογραφικές δουλειές. Υπέγραψε με την Columbia Records και το πρώτο της άλμπουμ κυκλοφόρησε το 1963. Ο δίσκος μπήκε στο Top10 κι έγινε χρυσός κάνοντας την Streisand από τα εμπορικότερα ονόματα στο ξεκίνημα της δεκαετίας του '60. Μέχρι το 1964 είχε κάνει ήδη τρία επιτυχημένα άλμπουμς και ερμήνευσε τουλάχιστον για δύο χρόνια τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο μιούζικαλ του Broadway "Funny Girl". Από το έργο ξεχώρισε το "People" που ήταν και το πρώτο Top10 single της. Το ομώνυμο άλμπουμ πήγε στο Νο 1 και ήταν ο πρώτος δίσκος για την Streisand που έφτασε στην κορυφή των albums.


Κατά τη διάρκεια του 1963, η Barbra παντρεύτηκε τον συμπρωταγωνιστή της Elliott Gould, με τον οποίον όμως χώρισε το 1971. Η Barbra επέστρεψε στην τηλεόραση το 1965 όπου και παρουσίασε την εκπομπή "My Name Is Barbra" ενώ την επόμενη χρονιά παρουσίασε μια ακόμα τηλεοπτική εκπομπή την οποία ονόμασε "Color Me Barbra". Δύο χρόνια αργότερα, πήγε στο Hollywood για να κινηματογραφήσει το "Funny Girl" χάρις στο οποίο κέρδισε το πρώτο της Academy Award. Τη δεκαετία του '70 είχε ήδη γυρίσει τρία φιλμς, η δισκογραφική της καριέρα πήγαινε μια χαρά και όπως έδειχναν τα πράγματα ως ηθοποιός μπορούσε να φτάσει μέχρι το Las Vegas πριν καν κλείσει τα 30 της χρόνια.


Αντί αυτού, συνέχισε να ηχογραφεί τραγούδια. Ένα από αυτά ήταν το Top10 "Stoney End" διασκευή του ομώνυμου κομματιού που είχε ερμηνεύσει πρώτη η Laura Nyro. Παράλληλα η Barbra συμμετείχε στην κωμωδία "The Owl And The Pussycat". Μέσα στη δεκαετία του '70 πάντρεψε τον κινηματογράφο με τη μουσική, πρώτα με το "The Way We Were" (το ομώνυμο τραγούδι έγινε Νο 1 επιτυχία), την ταινία στην οποία πρωταγωνιστούσε στο πλευρό του Robert Redford και αμέσως μετά με το "A Star Is Born" (το "Evergreen" ξεχώρισε σε single και έφτασε επίσης στο Νο 1 των charts). Από τότε, όποιο άλμπουμ και να ηχογραφήσει, πουλά εκατομμύρια αντίτυπα. Στα τέλη της δεκαετίας του '70 γνώρισε δύο ακόμα Νο 1 επιτυχίες, συγκεκριμένα κάνοντας ντουέτο με τον Neil Diamond στο "You Don't Bring Me Flowers" και στη συνέχεια με τη Donna Summer "No More Tears (Enough Is Enough)".


Το πιο εμπορικό άλμπουμ στην καριέρα της είναι το "Guilty" (1980) που ηχογράφησε μαζί με τον Barry Gibb από τους Bee Gees. Από εκείνο ξεχώρισε το Νο 1 single "Woman In Love". Το 1983 γύρισε το "Yentl" άλλο ένα επιτυχημένο φιλμ με το Top10 soundtrack να το συνοδεύει. Η υπόθεση του έργου είχε να κάνει λίγο-πολύ με τη ζωή της. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο ενσάρκωσε η ίδια. Το 1985 το άλμπουμ της "Broadway" την ξανάφερε στην κορυφή των charts. Το 1991 κυκλοφόρησε η συλλεκτική κασετίνα "Just For The Record..." κι ένα ακόμη φιλμ, το "The Prince of Tides" του οποίου την παραγωγή ανέλαβε και πάλι η ίδια.


Η Barbra επέστρεψε στο χώρο των συναυλιών το 1994 ηχογραφώντας ζωντανά το άλμπουμ "The Concert" το οποίο πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα εισιτήρια για τη συναυλία εξαντλήθηκαν μέσα σε χρόνο μηδέν. Το 1996 ανέλαβε την παραγωγή σε ένα ακόμα φιλμ και συγκεκριμένα στο "The Mirror Has Two Faces" στο οποίο πρωταγωνιστούσε στο πλευρό των Jeff Bridges και Lauren Bacall. Το 1998 παντρεύτηκε για δεύτερη φορά. Ο σύζυγός της είναι ο ηθοποιός James Brolin. Λίγο πριν την είσοδο του 2000 ηχογράφησε το "A Love Like Ours". Ένα μεγάλο αστέρι του κινηματογράφου, της τηλεόρασης και της μουσικής, η Barbra Streisand, είναι από τα ελάχιστα άτομα που έχουν κερδίσει τεσσάρων ειδών βραβεία (μεταξύ αυτών 7 Grammys, 5 Emmys καθώς επίσης Oscar, και Tony).


Ένα από τα σημαντικότερα βραβεία της καριέρας της, το κέρδισε το 1970 και ήταν το Tony Award στην κατηγορία της Ηθοποιού της Δεκαετίας. Επίσης το 1976 κέρδισε Oscar ερμηνείας στο φιλμ "A Star Is Born". Επτά χρόνια αργότερα κέρδισε τη χρυσή σφαίρα για την ταινία "Yentl". Έχει εμφανιστεί σε διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές, μία από αυτές ήταν μαζί με την Judy Garland. Έχει ερμηνεύσει πρωταγωνιστικούς ρόλους έργα τόσο του θεάτρου όσο και του σινεμά. Με άλλα λόγια έχει πρωταγωνιστήσει σε κωμωδίες, δραματικές ταινίες και μιούζικαλς. Η Barbra Streisand βρίσκεται ανάμεσα στις πιο δυναμικές και ανεξάρτητες γυναίκες που έχουν με την παρουσία τους αφήσει εποχή στο χώρο των showbusiness.



ΠΗΓΗ:


http://www.galaxy92.gr/pages/content.asp?CntID=235&catID=35

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

ΑΡΙΘΑ ΦΡΑΝΚΛΙΝ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ


Η Αρίθα Φράνκλιν (Aretha Louise Franklin 25 Μαρτίου, 1942) είναι μία Αμερικανή τραγουδίστρια, συνθέτης, και πιανίστρια. Στους θαυμαστές της είναι γνωστή ως "Βασίλισσα της Σόουλ". Είναι φημισμένη για τις σόουλ ηχογραφήσεις της, αλλά έχει τραγουδίσει επίσης τζαζ, ροκ, blues, ποπ, γκόσπελ, μέχρι και όπερα.

Είναι ευρύτατα αναγνωρισμένη για το γεμάτο πάθος ερμηνευτικό της στυλ, και τις φωνητικές της δυνατότητες.

Η Φράνκλιν, είναι η δεύτερη πιο πολυβραβευμένη γυναίκα στην ιστορία των βραβείων Γκράμι. Έχει κερδίσει 20 βραβεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται το βραβείο του Ζωντανού Θρύλου και αυτό της Συνολικής Προσφοράς. Μεταξύ του 1968 και του 1975 κέρδισε έξι συνεχόμενα βραβεία, ενώ για το διάστημα αυτό, η κατηγορία "Καλύτερη Γυναικεία R&B Φωνητική Ερμηνεία" πήρε το παρατσούκλι "Το βραβείο της Αρίθα".

Η Φράνκλιν είχε ένα σύνολο είκοσι νούμερο 1 σινκλς στο Billboard R&B Singles Chart. Δύο από αυτά, το "Respect" τη δεκαετία του 1960 και το ντουέτο της με τον Τζορτζ Μάικλ τη δεκαετία του 1980, "I Knew You Were Waiting (For Me)" ανέβηκαν μέχρι την πρώτη θέση του Billboard Hot 100.

Βιογραφία Τα πρώτα χρόνια

Η Φράνκλιν γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1942 στο Μέμφις του Τενεσσί. Γονείς της ήταν ο Βαπτιστής ιερέας C. L. Franklin και η Barbara Siggers Franklin. Τα προβλήματα στην σχέση τους, τους ανάγκασαν να χωρίσουν όταν η Αρίθα ήταν έξι ετών, ενώ η μητέρα της πέθανε όταν ήταν δέκα. Μετά από μετακινήσεις, εγκαταστάθηκαν στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν όπου ο αιδεσιμότατος Φράνκλιν απέκτησε φήμη ως κήρυκας. Η Αρίθα, τραγουδούσε από μικρή στην ενορία της και γρήγορα χαρακτηρίστηκε ως παιδί - θαύμα για την χαρισματική φωνή της, και τις ικανότητές της στο πιάνο. Στην ηλικία των δεκατεσσάρων υπέγραψε το πρώτο της συμβόλαιο με την Checker Records, και το 1956 κυκλοφόρησε το Songs of Faith. Ισχυρότερες επιρροές της, οι μεγαλύτερες φωνές των γκόσπελ, Μαχάλια Τζάκσον και Κλάρα Γουόρντ, που περνούσαν αρκετές ώρες στο σπίτι της.

Δύο ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες σε ηλικία 14 και 16 ετών, όταν η Αρίθα γέννησε τους δύο από τους τέσσερις γιους της, καθυστέρησαν προσωρινά την εξέλιξη της καρριέρας της.[4] Με την επιστροφή της στο τραγούδι, επέλεξε να συνεχίσει σε πιο ασφαλή ποπ μονοπάτια. Το 1960 υπογράφει συμβόλαιο με την Columbia Records, απορρίπτοντας τη Motown και την RCA. Οι ηχογραφήσεις της από αυτή την περίοδο είναι περισσότερο επηρεασμένες από την τζαζ και όχι από τις γκόσπελ ρίζες της. Τραγούδια που γίνονται επιτυχίες ήταν το "Rock-A-Bye Your Baby (With A Dixie Melody)", "Today I Sing The Blues", "Won't Be Long" και "Operation Heartbreak". Στο τέλος του 1966 όμως, και αφού στα έξι χρόνια που έμεινε με την Columbia είχε μικρή εμπορική επιτυχία, υπέγραψε με την Atlantic Records. Όπως είπε και η ίδια αργότερα, "με έβαλαν να κάτσω στο πιάνο, και οι επιτυχίες ήρθαν".

Βραβεία και επιτεύγματα

Η Αρίθα Φράνκλιν συγκινημένη κατά την απονομή του Προεδρικού Μεταλλίου της Ελεθθερίας στις 9 Νοεμβρίου 2005 στον λευκό οίκο.

Το 1985, ο τότε κυβερνήτης του Μίτσιγκαν, James Blanchard ανακήρυξε την φωνή της Αρίθα Φράνκλιν «εθνικό αγαθό»

Στις 3 Ιανουαρίου του 1987 έγινε η πρώτη γυναίκα που συμπεριλήφθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame.

Τον Σεπτέμβριο του 1999 της αποδόθηκε το βραβείο Εθνικό Μετάλλιο των Τεχνών από τον πρόεδρο Κλίντον.

Το 2004 το περιοδικό Rolling Stone την έβαλε σε 9η θέση στον κατάλογο των 100 Greatest Artists of All Time.[5] Να σημειώσουμε δε, ότι στις πιο πάνω θέσεις προηγούνται οι Μπητλς, ο Μπομπ Ντίλαν, ο Έλβις Πρίσλεϊ, οι Ρόλιγκ Στόουνς, ο Τζακ Μπέρι, ο Τζίμι Χέντριξ, ο Τζέημς Μπράουν και ο Λιτλ Ρίτσαρντ, ενώ ακολούθησε ο Ρέι Τσάρλς στην 10η θέση.

Το 2005 της απονομήθηκε το βραβείο Presidential Medal of Freedom από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζωρτζ Μπους



ΠΗΓΗ:

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CE%AF%CE%B8%CE%B1_%CE%A6%CF%81%CE%AC%CE%BD%CE%BA%CE%BB%CE%B9%CE%BD
E%BD

ΛΟΥΙΣ ΑΡΜΣΤΡΟΝΓΚ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Ο Λούις Ντάνιελ Άρμστρονγκ (4 Αυγούστου 1901[1] – 6 Ιουλίου 1971) (γνωστός και με τα προσωνύμια Satchmo ή Pops) ήταν Αμερικανός μουσικός της τζαζ. Υπήρξε μία χαρισματική προσωπικότητα και καινοτόμος ερμηνευτής, με πλούσια μουσικά προσόντα και σημαντική συνεισφορά στο είδος. Αποτελεί σήμερα έναν από τους δημοφιλέστερους τζαζ μουσικούς του 20ού αιώνα. Διακρίθηκε αρχικά ως τρομπετίστας και αργότερα ως τραγουδιστής.

Νεανικά χρόνια

Ο Άρμστρονγκ γεννήθηκε στις 4 Αυγούστου του 1901, στη Νέα Ορλεάνη. Υπήρξε γιος φτωχής οικογένειας, την οποία ο πατέρας του, Γουίλλιαμ Άρμστρονγκ, εγκατέλειψε όταν ο Λούις Άρμστρονγκ ήταν ακόμα σε βρεφική ηλικία. Η ενασχόλησή του με τη μουσική ξεκίνησε όταν άρχισε να μαθαίνει κορνέτο[2] συμμετέχοντας στην ορχήστρα του αναμορφωτηρίου New Orleans Home for Colored Waifs, όπου κατέληξε αρκετές φορές εξαιτίας εγκληματικής συμπεριφοράς, με πιο χαρακτηριστικό περιστατικό, αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια ενός πρωτοχρονιάτικου εορτασμού, όταν ο Άρμστρονγκ πυροβόλησε στον αέρα με το όπλο του πατέρα του. Ακολουθούσε συχνά της παρελάσεις της τοπικής ορχήστρας των πνευστών ενώ παράλληλα προσπαθούσε να παρακολουθήσει παλαιότερους μουσικούς, όπως τον Μπανκ Τζόνσον και κυρίως τον Κινγκ Όλιβερ, ο οποίος αποτελούσε ένα είδος πατρικής φιγούρας για τον Λούις Άρμστρονγκ.

Αργότερα, συμμετείχε και ο ίδιος σε ορχήστρες ενώ ξεκίνησε να περιοδεύει ως μουσικός με την ορχήστρα του πιανίστα Fate Marable, η οποία έπαιζε πάνω σε ένα ατμόπλοιο που διέσχιζε τον Μισισιπί. Ο Άρμστρονγκ παρομοίασε την περίοδο αυτή με τη φοίτηση σε ένα πανεπιστήμιο, καθώς αποκόμισε σημαντικές εμπειρίες και γνώσεις. Το 1919, όταν ο Κινγκ Όλιβερ εγκατέλειψε την πόλη της Νέας Ορλεάνης, ο Άρμστρονγκ τον αντικατέστησε στην ορχήστρα του Έντουαρντ "Κιντ" Όρι, που αποτελούσε εκείνη την εποχή μία από τις πιο δημοφιλείς τζαζ ορχήστρες.


Πρώτα καλλιτεχνικά βήματα

Το 1922 εγκαταστάθηκε στο Σικάγο, έπειτα από πρόσκληση του Κινγκ Όλιβερ να συμμετάσχει στην ορχήστρα του (Creole Jazz Band). Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, το Σικάγο αποτελούσε το κυρίαρχο κέντρο της τζαζ και η ορχήστρα του Όλιβερ ήταν μία από τις σημαντικότερες. Ο Άρμστρονγκ συμμετείχε για πρώτη φορά σε ηχογραφήσεις, ως δεύτερος κορνετίστας, το 1923. Αν και η συνεργασία του με τον Όλιβερ ήταν αρμονική, μετά από παρότρυνση της πιανίστριας και σύζυγου του, Λιλ Χάρντιν Άρμστρονγκ, εγκαταστάθηκε το 1924 στη Νέα Υόρκη και συμμετείχε στην ορχήστρα του Φλέτσερ Χέντερσον, για τις ανάγκες της οποίας άρχισε να παίζει τρομπέτα. Τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στο Σικάγο όπου ξεκίνησε να ηχογραφεί ως ηγέτης των συγκροτημάτων Hot Five και Hot Seven, σημειώνοντας επιτυχίες, όπως τα κομμάτια Potato Head Blues, Muggles (όρος αργκό για την μαριχουάνα, της οποίας ήταν χρήστης ο Άρμστρονγκ) και West End Blues (σύνθεση του Κινγκ Όλιβερ). Η εισαγωγή του Άρμστρονγκ στο West End Blues, παραμένει ως σήμερα ένας από τα διασημότερους αυτοσχεδιασμούς στην ιστορία της τζαζ.

Το 1929 επέστρεψε στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες πριν ξεκινήσει να περιοδεύει στην Ευρώπη. Έχοντας αναλώσει αρκετά χρόνια περιοδεύοντας, εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, το 1943 συνεχίζοντας να εξελίσσει το παίξιμό του. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια, ο Άρμστρονγκ έδινε περισσότερες από 300 συναυλίες το χρόνο, αν και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, οι μεγάλες ορχήστρες σταδιακά εγκαταλείφθηκαν, λόγω του οικονομικού κόστους συντήρησής τους και του μειωμένου ενδιαφέροντος του κοινού για αυτές.


The All Stars

Το 1947, κατόπιν μίας πολύ επιτυχημένης συναυλίας του Άρμστρονγκ με τον Jack Teagarden και ένα μικρό μουσικό σχήμα στη Νέα Υόρκη, αποφάσισε να εγκαταλείψει την δομή της μεγάλης ορχήστρας, καθιερώνοντας ένα μικρότερο εξαμελές μουσικό συγκρότημα, το οποίο ονομαζόταν Louis Armstrong and his All Stars. Σε αυτό μετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Teagarden, ο Ερλ Χάινς, καθώς και άλλοι σημαντικοί μουσικοί του σουίνγκ ή του ντίξιλαντ. Με τους All Stars, ο Άρμστρονγκ πραγματοποίησε αρκετές ηχογραφήσεις, ενώ εμφανίστηκε και σε περισσότερες από τριάντα ταινίες. Το 1964, ηχογράφησε τον πιο επιτυχημένο εμπορικά δίσκο του, περιλαμβάνοντας την ηχογράφησή του για τη σύνθεση Hello, Dolly! του Τζέρι Χέρμαν. Το τραγούδι αναρριχήθηκε στην πρώτη θέση των μουσικών καταλόγων και ο Άρμστρονγκ αποτέλεσε τον γηραιότερο μουσικό που πέτυχε μία τέτοια διάκριση, σε ηλικία 63 ετών.

Υπήρξε ενεργός και συνέχισε να δίνει συναυλίες μέχρι το θάνατό του. Στις τελευταίες του εμφανίσεις, αν και σε προχωρημένη ηλικία, ερμήνευε συχνά κομμάτια από μνήμης. Περιόδευσε επίσης στην Αφρική, την Ευρώπη και την Ασία, κάτω από τη χορηγία του State Department των ΗΠΑ. Οι περιοδείες αυτές είχαν ιδιαίτερη απήχηση, γεγονός που οδήγησε στον χαρακτηρισμό του Άρμστρονγκ ως "πρέσβη Satch". Πέθανε το 1971 από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 69 ετών και ενώ το προηγούμενο βράδυ είχε εμφανιστεί στο ξενοδοχείο Waldorf Astoria.


Προσωνύμια

Το προσωνύμιο Satchmo ή Satch (συντομεύσεις του όρου Satchelmouth) περιγράφουν την έκφραση του προσώπου του κατά τη διάρκεια του παιξίματος της τρομπέτας. Το 1932, ο τότε εκδότης της βρετανικής μουσικής εφημερίδας Melody Maker, Percy Brooks, υποδέχθηκε τον Άμστρονγκ στο Λονδίνο με τον χαιρετισμό "Hello, Satchmo!", συντομεύοντας δηλαδή τον όρο Satchelmouth, και έκτοτε καθιερώθηκε. Στις αρχές της σταδιοδρομίας του ήταν επίσης γνωστός με το προσωνύμιο Dippermouth. Ο Άρμστρονγκ τοποθετούσε την τρομπέτα στα χείλη του με τέτοιο τρόπο, ώστε μετά από αρκετή ώρα σχηματιζόταν ένα μικρό βαθούλωμα (αγγλ. dip) στο πάνω χείλος του, εμφανές και σε αρκετές φωτογραφίες εκείνης της περιόδου. Το γεγονός αυτό οδήγησε κάποια στιγμή και στην αφοσοίωσή του στο τραγούδι, καθώς για ένα διάστημα δεν ήταν δυνατό να παίζει τρομπέτα, αν και αργότερα τροποποίησε τον τρόπο παιξίματός του ώστε να συνεχίσει. Οι μουσικοί με τους οποίους συνεργαζόταν και οι φίλοι του, τον αποκαλούσαν συνήθως Pops, όπως και ο ίδιος αποκαλούσε εκείνους αντίστοιχα.


Μουσική

Στα πρώτα στάδια της εξέλιξής του, ο Άρμστρονγκ διακρίθηκε ως βιρτουόζος του κορνέτου και της τρομπέτας. Οι πιο σημαντικές από τις πρώτες του ηχογραφήσεις αναδείχθηκαν μέσα από τα μουσικά σχήματα των Hot Five και Hot Seven και οι αυτοσχεδιασμοί του Άρμστρονγκ σε αυτές, αποτελούν μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς για την μελωδικότητά, τις καινοτομίες και τον εκλεπτυσμό τους. Είχε επίσης σημαντική συνεισφορά στην ανάδειξη του ρόλου τού σολίστα, συμβάλλοντας στην μετατροπή του είδους της τζαζ, από μία συλλογική κατά βάση μουσική, σε μία μορφή τέχνης με μεγάλα περιθώρια αυτόνομης έκφρασης του μουσικού.

Στην πορεία των χρόνων, ο Άρμστρονγκ ενδιαφέρθηκε έντονα και για το τραγούδι. Αν και δεν ήταν ο πρώτος που το χρησιμοποίησε, ανέδειξε σε μεγάλο βαθμό και κατέστησε δημοφιλές, το αποκαλούμενο σκατ τραγούδι (scat singing), δηλαδή τραγούδι χωρίς λόγια, με άναρθρους φθόγγους, το οποίο και ενσωμάτωσε στο ρεπερτόριό του.

Κατά τη διάρκεια της μουσικής του σταδιοδρομίας, συνεργάστηκε είτε ως τραγουδιστής είτε ως τρομπετίστας, με μερικούς από τους σημαντικότερους μουσικούς της τζαζ, μεταξύ αυτών ο Ντιούκ Έλινγκτον, η Έλλα Φιτζέραλντ, ο Μπινγκ Κρόσμπι, ο Φλέτσερ Χέντερσον και η Μπέσι Σμιθ. Με την Έλλα Φιτζέραλντ ηχογράφησε συνολικά τρεις δίσκους: Ella and Louis, Ella and Louis Again και Porgy and Bess. Οι τελευταίες σημαντικές του ηχογραφήσεις καταγράφονται στη δεκαετία του 1950 ενώ το μεγαλύτερο μέρος της ύστερης δισκογραφίας του χαρακτηρίζεται συνήθως από τους κριτικούς ως υπεραπλουστευτικό ή τυποποιημένο, αν και δεν του στέρησε την εμπορική απήχηση. Μία από τις τελευταίες εμπορικές επιτυχίες του Άρμστρονγκ υπήρξε η ερμηνεία του στο τραγούδι What a Wonderful World (1968), το οποίο παρέμεινε στην κορυφή των βρετανικών μουσικών καταλόγων για ένα μήνα, ενώ το 1987 χρησιμοποιήθηκε στην ταινία Good Morning, Vietnam και γνώρισε ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία.

Ο Λούις Άρμστρονγκ επηρεάστηκε από ένα ευρύ φάσμα μουσικών ειδών, πέρα από την τζαζ και το μπλουζ, τη λαϊκή λατινοαμερικανική παράδοση, τις κλασικές συμφωνίες και την όπερα και ενσωμάτωσε στοιχεία αυτών στις εμφανίσεις του.


Μουσικά δείγματα

Ain't Misbehavin - Τραγούδι από την παράσταση Hot Chocolate που ερηνεύει ο Άρμστρονγκ (136 Kb, 20 δευτερόλεπτα)
April In Paris - Έλλα Φιτζέραλντ και Λούις Άρμστρονγκ

Σημειώσεις

Ο Άρμστρονγκ είχε δηλώσει πως δεν ήταν βέβαιος για την ακριβή ημερομηνία γεννήσεως του, ωστόσο γιόρταζε τα γενέθλιά του στις 4 Ιουλίου. Σε δημόσιες συζητήσεις, ανέφερε συνήθως το έτος 1900, ως έτος γεννήσεως, αν και το έτος 1901 είναι αυτό που αναγράφεται σε δημόσια έγγραφα. Ο ιστορικός της μουσικής Tad Jones, στηριζόμενος σε έγγραφα της Καθολικής Εκκλησίας, της περιόδου κατά την οποία βαπτίστηκε ο Άρμστρονγκ, προσδιόρισε την ημερομηνία γέννησης του Άρμστρονγκ ως την 4η Αυγούστου του 1901, η οποία ανανωρίζεται σήμερα ως η πραγματική.

Το πρώτο κορνέτο που απέκτησε αγοράστηκε με χρήματα που δανείστηκε από την οικογένεια των Karnofsky, Ρωσοεβραϊκής καταγωγής μετανάστες.


ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%BF%CF%8D%CE%B9%CF%82_%CE%86%CF%81%CE%BC%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B3%CE%BA

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2008

ΛΟΥΤΣΙΑΝΟ ΠΑΒΑΡΟΤΙ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Ο Λουτσιάνο Παβαρότι (Luciano Pavarotti) ήταν Ιταλός τενόρος, ονομαστός για την δεξιοτεχνία του στους υψηλότερους φθόγγους της έκτασης του τενόρου, για την οποία είχε κερδίσει το προσωνύμιο «βασιλιάς των υψηλών ντο». Θεωρούνταν ένας από τους εκλεκτότερους τραγουδιστές του μπελ κάντο των τελευταίων χρόνων. Ακόμη και στην υψηλότερη έκταση, η φωνή του παρουσίαζε αξιοσημείωτη καθαρότητα και τονική ακρίβεια.

Γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1935 στη Μοντένα της Ιταλίας. Ο πατέρας του ήταν αρτοποιός. Ξεκίνησε την καριέρα του ως δάσκαλος φωνητικής και γύρω στα τέλη της δεκαετίας του '50 αποφάσισε να γίνει τραγουδιστής. Η σταδιοδρομία του άρχισε το 1961, όταν κέρδισε το διαγωνισμό Ρέτζο Εμίλια και τραγούδησε στην όπερα Πουτσίνι. Από τότε κατέκτησε το ιταλικό ακροατήριο. Το 1963 για πρώτη φορά εμφανίστηκε έξω από την Ιταλία, στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας.

Από εκεί άνοιξαν οι δρόμοι για την υπόλοιπη Ευρώπη. Το 1965 είχε πλέον εμφανιστεί σε όλη την Ευρώπη, σημειώνοντας παντού τεράστια επιτυχία, προκαλώντας πρωτοφανή ενθουσιασμό. Τραγούδησε στις μεγαλύτερες όπερες. Συνέχισε πηγαίνοντας στην Αμερική, την Αυστραλία και την Άπω Ανατολή.

Το 2004 εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε σκηνή της όπερας, αν και συνέχισε να τραγουδάει σε συναυλίες. Η τελευταία εμφάνισή του ήταν το Φεβρουάριο του 2006 στην τελετή έναρξης των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Τορίνο. Είχε τιμηθεί μεταξύ άλλων με πέντε βραβεία Γκράμυ.

Τα τελευταία χρόνια έπασχε από καρκίνο στο πάγκρεας. Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση τον Ιούλιο του 2006 και στη συνέχεια αποσύρθηκε στη γενέτειρά του Μοντένα. Απεβίωσε στις 6 Σεπτεμβρίου 2007.


ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9B%CE%BF%CF%85%CF%84%CF%83%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%BF_%CE

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Γνωστός και απλά σαν Vangelis. Είναι μουσικός διεθνούς φήμης. Γεννήθηκε στο Βόλο στις 29 Μαρτίου 1943 και άρχισε να συνθέτει από πολύ νέος (4 ετών). Κατά βάση είναι αυτοδίδακτος, καθώς αρνήθηκε να πάρει μαθήματα κλασσικού πιάνου. Σπούδασε κλασική μουσική, ζωγραφική και σκηνοθεσία στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στην Αθήνα.

Στις αρχές του 60' σχημάτισε το συγκρότημα Forminx που ήταν αρκετά δημοφιλές στην Ελλάδα. Το 1968 μετακόμισε στο Παρίσι εκεί σχημάτισε τους Aphrodite's Child μαζί με τον Ντέμη Ρούσο.

Το 1982 τιμήθηκε με Όσκαρ για το ομώνυμο τραγούδι της ταινίας Οι Δρόμοι της Φωτιάς. Το 2001 το έργο του Μυθωδία επελέγη από τη NASA ως η επίσημη μουσική για την αποστολή της:'2001 Οδύσσεια στον Άρη'. Σημάδεψε την ελληνική ποπ κουλτούρα της δεκαετίας του 1960 με το συγκρότημα Forminx. Από το 1975 ζει στο Λονδίνο . Η μουσική του είναι βασισμένη στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές .

Συνεργάστηκε με την Ειρήνη Παππά στους δίσκους Ωδές (1979) και Ραψωδίες (1986), που περιέχουν διασκευές δημοτικών τραγουδιών και βυζαντινούς ύμνους, με τον Γιον Άντερσον του συγκροτήματος Υes στους δίσκους Shοrt Stοries (1979) και Τhe Friends οf Μr Cairο (1981), καθώς και με την ιταλίδα τραγουδίστρια Μίλβα στο L.Ρ. Τra du sοgni.

Συνέθεσε τη μουσική και για άλλες ταινίες , όπως ΒladeRunner (1981), Αntarctica (1983), 1492, Τhe Cοnquest οf Ρaradise (1992), Αλεξανδρος,Ελ Γκρέκο (2007). Επίσης, συνέθεσε το ηχητικό σήμα των ειδήσεων της ΕΡΤ, το οποίο συνεχίζει να ακούγεται στα δελτία ειδήσεων των κρατικών καναλιών μέχρι σήμερα.



ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%AD%CE%BB%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CF%80%CE

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008

ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Τα πρώτα χρόνια

Η Μαρία Κάλλας γεννήθηκε ως Άννα Μαρία Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς οι γονείς της, Ευαγγελία Δημητριάδη (από την Κωνσταντινούπολη) και Γιώργος Καλογερόπουλος (από τo Nεωχόριο Ιθώμηςστό Μελιγαλά Μεσσηνίας), είχαν μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. από την Αθήνα. Εκεί ο πατέρας της ανοίγει φαρμακείο και το 1929 αλλάζει το οικογενειακό επώνυμο από Καλογερόπουλος σε Callas. Τρία χρόνια αργότερα η Μαρία ξεκινά τα πρώτα μαθήματα πιάνου μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Υακίνθη. Σε ηλικία 11 ετών έλαβε το πρώτο βραβείο ως "σολίστ" σε διαγωνισμό παιδικών φωνών που είχε διοργανώσει ο ραδιοφωνικός σταθμός της Νέας Υόρκης W.O.R.

Στα 1937 έρχεται το διαζύγιο των γονιών της και η Μαρία ακολουθεί τη μητέρα της στην Αθήνα, όπου ήδη βρισκόταν η αδελφή της. Αρχικά, αν και μικρότερη από το ηλικιακό όριο εισαγωγής, εγγράφηκε στο Εθνικό Ωδείο του Καλομοίρη με καθηγήτρια τη Μαρία Τριβέλλα ενώ ένα χρόνο αργότερα βρέθηκε στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών όπου δίδασκε η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο (Elvira de Hidalgo) και η οποία θεωρείται ως η κατ’ εξοχήν δασκάλα της Κάλλας.


Στις 2 Απριλίου 1939 κάνει το σκηνικό της ντεμπούτο ως Σαντούζα σε μία μαθητική παράσταση της "Αγροτικής Ιπποσύνης" (Cavalleria Rusticana) του Πιέτρο Μασκάνι από το Ωδείο Αθηνών. Λίγο πριν το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου έρχεται η πρώτη συνεργασία της με την εταιρεία της Λυρικής Σκηνής Αθηνών και στις 21 Οκτωβρίου του 1940, ερμηνεύει τραγούδια από τον Έμπορο της Βενετίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο Βασιλικό Θέατρο. Η συνεργασία της με τη Λυρική Σκηνή θα συνεχιστεί και στις 21 Ιανουαρίου 1941 στην πρώτη της μελοδραματική εμφάνιση θα υποδυθεί τη Βεατρίκη στο έργο "Βοκκάκιος" του Φραντς φον Σουπέ στο κινηματοθέατρο Παλλάς.

Στις 27 Αυγούστου του 1942 στο θερινό θέατρο Παρκ στην Πλατεία Κλαυθμώνος, στην πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση σε όπερα, ερμηνεύει "Τόσκα" του Τζιάκομο Πουτσίνι. Την ίδια χρονιά συμμετείχε σε συναυλία της Λυρικής στη Θεσσαλονίκη. Στις 19 Φεβρουαρίου ερμηνεύει τη Σμαράγδα στον "Πρωτομάστορα" του Μανώλη Καλομοίρη, και εννέα μέρες αργότερα συμμετέχει σε μεγάλη συναυλία για τα συσσίτια της Νέας Σμύρνης στον κινηματογράφο Σπόρτινγκ. Στις 12 Δεκεμβρίου ερμηνεύει άριες του Μπετόβεν και του Ροσίνι σε συναυλία υπέρ των φυματικών.


Η αρχή της μεγάλης πορείας

Λίγο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα η Κάλλας, εξ αιτίας της υποβάθμισής της στη Λυρική Σκηνή και εν μέσω της πολεμικής των συναδέλφων της που την κατηγορούσαν για συνεργασία με τους κατακτητές, αποφασίζει να επιστρέψει στις Η.Π.Α. Προκειμένου να εξασφαλίσει τα εισιτήριά της δίνει μια αποχαιρετιστήρια παράσταση στην Αθήνα. Το Σεπτέμβριο του 1945 βρίσκεται στη Νέα Υόρκη και ξεκινά την προσπάθεια για ανεύρεση εργασίας αρχικά στη Μητροπολιτική Όπερα, δεν καταφέρνει όμως να υπογράψει συμβόλαιο.

Εντούτοις η ακρόασή της από τον Έντουαρντ Τζόνσον, διευθυντή της Όπερας, φέρνει την προσφορά δύο ρόλων στα έργα "Φιντέλιο" του Μπετόβεν και "Μανταμ Μπατερφλάι" του Πουτσίνι. Η Κάλλας απορρίπτει τους ρόλους. Δε θέλει να τραγουδήσει το "Φιντέλιο" στα αγγλικά, ενώ αισθάνεται πολύ εύσωμη ώστε να ερμηνεύσει την αιθέρια "Μπάτερφλάι".

Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "|Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν. Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.



Τα στάδια της αποθέωσης

Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με το "Σικελικό Εσπερινό", εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτας" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.

Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι. Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.

Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου "Νόρμα" και το επόμενο έτος "Μήδεια" σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα" στη σκηνή του Covent Garden. Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την αποδέχεται θερμά.

Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Covent Garden με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με το Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν κάτι που τελικά δε γίνεται μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.


Τελευταίες σκηνές πριν το τέλος

Το 1969 γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου 1970 μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επεχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.

Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο τον "Σικελικό Εσπερινό" και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σάπορο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.

Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.



Το μεγάλο μυστικό

Στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ "Απόλυτη Κάλλας" του Γάλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης "ντίβας".

Συγκεκριμένα αποκαλύπτεται ότι η Μαρία Κάλλας στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα άρρεν βρέφος πλην όμως νεκρό που φέρεται ως καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση. Ο Φιλίπ ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονος με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται μεν το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο "μη αναγνώσιμο". Επίσης ισχυρίζεται ότι κατέχει φωτογραφίες από το νεκροταφείο Μπρέσο του Μιλάνου όπου κατά τους ισχυρισμούς του θάφτηκε το νεογέννητο υπό "άκρα μυστικότητα".


ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CE%9A%CE%AC%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CF%82

ΕΝΤΙΘ ΠΙΑΦ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Βιογραφία


Τα πρώτα χρόνια

Γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1915, κάτω από μια λάμπα γκαζιού, ο πατέρας της, Louis-Alphonse Gassion, ήταν ακροβάτης του δρόμου και η μητέρα της, Anita Maillard ήταν λυρική τραγουδίστρια, γνωστή με το ψευδώνυμο Line Marsa. Λίγες βδομάδες μετά την γέννησή της την εγκατέλειψε και η μικρή Εντίθ περνάει τα πρώτα της χρόνια πρώτα κοντά στη μητέρα της μάνας της. Το 1917, ο πατέρας της που εργαζόταν ως ακροβάτης στο τσίρκο Ciotti, την πήγε στη δική του μητέρα, η οποία ζούσε στο Bernay (Νορμανδία) και ήταν ιδιοκτήτρια ενός οίκου ανοχής. Το 1919 η Edith αρρωσταίνει από κάποια πάθηση στον εγκέφαλο και τυφλώνεται. Μετά από δύο χρόνια όμως θεραπεύεται χωρίς την βοήθεια γιατρού και η όρασή της επανέρχεται. Ήταν εφτά χρονών όταν ο πατέρας της άρχισε να την παίρνει μαζί του στις περιοδείες που έκανε με το τσίρκο και γυρνά μαζί του όλη τη Γαλλία. Στα δέκα της η Edith άρχισε να τραγουδάει στους δρόμους. Αν και ο πατέρας της ήθελε να την κάνει ακροβάτη, γρήγορα κατάλαβε και πως η κόρη του είχε όλο το ταλέντο στο λαιμό και καθόλου στο κορμί – όπως έλεγε ο ίδιος χαρακτηριστικά.

Η καριέρα

Στα 15 έχοντας ανακαλύψει τη θαυμάσια φωνή της, εγκατέλειψε τον πατέρα της για να ζήσει στο Παρίσι, τραγουδώντας στους δρόμους. Στα 17, συναντά τον Louis Dupont, ζουν μαζί και σε ένα χρόνο, στις 11/2/1933, κάνουν ένα κοριτσάκι τη Μαρσέλ, που δυστυχώς πεθαίνει από μηνιγγίτιδα, δύο χρόνια αργότερα. Εκείνη συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους της Pigalle, όπου και γνωρίζει τον Louis Leplée, διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία. Μαγεμένος από τη φωνή της υπογράφει συμβόλαιο μαζί της και τη βαφτίζει το «Môme Piaf» (μικρό σπουργίτι). Το 1935 της βγάζει και το πρώτο της δίσκο. Λίγο αργότερα όμως ο μέντοράς της Leplée δολοφονείται, και η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον φονιά αλλά δεν τον καταδίδει. Αν και αθωώθηκε με τη βοήθεια ενός νέου συντρόφου, του τραγουδοποιού Raymond Asso, που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, φεύγει για να ζήσει στην επαρχία αλλά επιστρέφει στο Παρίσι το 1937.

Κατά την διάρκεια του 2ου Παγκόσμιου πολέμου και την Γερμανική κατοχή, δίνει κονσέρτα για αιχμάλωτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν. Γύρω στα 23 της είναι μια μεγάλη βεντέτα και γυρνάει την πρώτη της ταινία που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα 30 της, ερωτεύεται τον Yves Montand και αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του. Στα τέλη του 45, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της «La Vie En Rose», που στην αρχή περνά αδιάφορη. Καθ’ όλη την καριέρα της γράφει περίπου 80 τραγούδια.

Το αλκοόλ

Γνωρίζει μεγάλες δόξες και στη Νέα Υόρκη, όπου ερωτεύεται τον βασιλιά του μποξ, Marcel Cerdan και ζουν ένα από τα πιο φημισμένα ρομάντζα της εποχής. Ο ξαφνικός θάνατος του Cerdan σε αεροπορικό δυστύχημα, το 1949, βυθίζει την Piaf σε κατάθλιψη, που ποτέ δεν ξεπερνά πραγματικά. Το 1951, έχει 2 σοβαρά τροχαία, μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη την οποία συνηθίζει και την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ αχρηστεύοντας την ήδη κακή της υγεία.

Το 1952, παντρεμένη με τον τραγουδιστή Jacques Pills, στην πεντηκοστή τουρνέ της στην Αμερική, σε κάποια ρεσιτάλ της συνοδεύεται στο πιάνο από τον νεαρό τότε Gilbert Bécaud. Εκείνη την εποχή ακολουθεί πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης, μα οι ουσίες την έχουν ρημάξει. Παρ’ αυτά κάνει εξαιρετικές ηχογραφήσεις.

Τα επόμενα 2 χρόνια μένει κλεισμένη σπίτι της σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Μα το 1955, μόλις μαθαίνει πως θα τραγουδήσει στο Olympia, με τρόπο αξιοθαύμαστο και με αφάνταστη ενέργεια, δίνει μια αψεγάδιαστη παράσταση. Χωρίζουν με τον Pills το 1956. Με μεγάλη φόρα κάνει άλλη μια τουρνέ στην Αμερική και είναι πια μια διεθνής σταρ. Το 1958 ζει μια ακόμα τρελή σχέση δίπλα στο νεώτερο τραγουδιστή και συνθέτη Georges Moustaki, ο οποίος το 1959 συνθέτει γι΄αυτή το τραγούδι Milord που κυκλοφόρησε το 1960 και λίγο αργότερα γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Άλλο ένα σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Piaf. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.

Η ασθένεια

Σ΄ένα κονσέρτο στη Στοκχόλμη, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, καταρρέει επάνω στην πίστα και η διάγνωση των γιατρών είναι ανίατος καρκίνος. Αυτό όμως δεν πτοεί την Edith η οποία συνεχίζει να εμφανίζεται κάνοντας περιοδείες όπως και πριν, συνοδευμένη όμως από μια νοσοκόμα για να της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους.

Το 1960, τραγουδά με επιτυχία το «Non Je Ne Regrette Rien» του Charles Dumont και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρικλίζει και παραπατά στη σκηνή. Το καλοκαίρι του 1961, γνωρίζει τον κατά πολύ νεότερό της, τελευταίο της έρωτα, Θεοφάνη Λαμπουκά, που τον βαπτίζει Τεό Σαγαπό και τον παντρεύεται τον Οκτώβριο του 1962 (στα 47 της εκείνη και 25 εκείνος). Εκείνο το καλοκαίρι παίρνει επίσης το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας Charles Cros, για το σύνολο της καριέρας της.

Ο θάνατος

Η Edith Piaf σβήνει την ίδια μέρα με τον καλό της φίλο Jean Cocteau, στις 11 Οκτωβρίου του 1963, μόλις στα 48 της χρόνια στο Plascassier, κοντά στο Grasse απο κίρρωση. Ο Théo Sarapo μεταφέρει την ίδια μέρα του θανάτου της την σωρό της στη «δική της πόλη», το Παρίσι. Θάβεται σε 3 μέρες στο παρισινό κοιμητήριο Père Lachaise.

Η αξέχαστη σταρ έφυγε φτωχή αφήνοντας στον τελευταίο σύζυγό της πολλά χρέη και μια τεράστια ιστορία. Μαζί με την καριέρα της ως τραγουδίστρια (έγραψε πάνω από 200 τραγούδια σε δίσκους) βοηθούσε και στην προώθηση νεαρών ταλέντων στη μουσική σκηνή της εποχής εκείνης. Είχε μεταξύ άλλων μεγάλη συμμετοχή στην προώθηση των καλλιτεχνών Charles Aznavour, Gilbert Bécaud, Eddie Constantine, Yves Montand, Georges Moustaki, Jacques Pills και Francis Lai.

Πολλοί καλλιτέχνες, επανεκτελούν τραγούδια της και επισκέπτονται το γλυπτό που στήθηκε προς τιμή της στο Παρίσι, πάνω στην πλατεία που φέρει το όνομά της, λίγα μέτρα από το νοσοκομείο Tenon, που γεννήθηκε. Στο Παρίσι υπάρχει επίσης ένα μουσείο με το όνομα Edith Piaf (Musée Edith Piaf, Rue Crespin du Gast), στο οποίο μπορεί κανείς να δει διάφορα προσωπικά αντικείμενα της καλλιτέχνιδας, όπως ένα από τα φορέματά της και την συλλογή πορσελάνης της.

Το 2006 ο Olivier Dahan γυρίζει τη ζωή της Γαλλίδας τραγουδίστριας Edith Piaf σε ταινία με τίτλο La Môme (το νεαρό κορίτσι). Στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Ζωή σαν Τριαντάφυλλο». Στον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας, που εμφανίστηκε και στο Φεστιβάλ κινηματογράφου στο Βερολίνο, που διοργανώθηκε από 8/2 – 18/2/2007, παίζει η Γαλλίδα ηθοποιός Marion Cotillard, ρόλο για τον οποίο κέρδισε το 2008 το Oscar Α' Γυναικείου Ρόλου.

Η ζωή της Edith Piaf αποτέλεσε όμως περιεχόμενο και σε ταινίες που γύρισε ο σκηνοθέτης Claude Lelouch, με τίτλο Η Edith και ο Marcel το 1983 και με την Evelyne Bouix σε πρωταγωνιστικό ρόλο, και στην ταινία με τίτλο Guy Casaril, στην οποία βλέπουμε την Brigitte Ariel ως πρωταγωνίστρια.


ΠΗΓΗ:


http://el.wikipedia.org/wiki/Εντίθ_Πιάφ

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2008

ΣΕΖΑΡΙΑ ΕΒΟΡΑ



Η Σεζάρια Εβόρα γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1941 στην πόλη-λιμάνι Μιντέλο του νησιού του Αγίου Βιθέντε. Στο Πράσινο Ακρωτήρι, φυσικά. Είναι μια από τις πιο διάσημες φολκ τραγουδίστριες στον κόσμο, γνωστή σαν «Η ξυπόλητη ντίβα», λόγω της επιμονής της να εμφανίζεται ξυπόλητη στη σκηνή, δηλώνοντας έτσι τη συμπαράστασή της σε όλα τα άστεγα παιδιά και τις φτωχές γυναίκες της χώρας της.

Είναι γνωστή επίσης και σαν η βασίλισσα της μόρνα, ενός συγγενικού στη σόουλ μουσικού είδους (με καταγωγή από τα πορτογαλικά Φάντο), που τραγουδιέται στα κρεολο-πορτουγέζικα. Η Εβόρα αναμιγνύει τις συναισθηματικές φολκ μελωδίες της, που ξεχειλίζουν από θλίψη, με τους ακουστικούς ήχους της κιθάρας, του καβακίνιο (τετράχορδο που μοιάζει με γιουκελέλε), του βιολιού, του ακορντεόν και του Κλαρινέτου.

Τα χαρακτηριστικά Πρασινο-Ακρωτηριακά μπλουζ της Εβόρα συχνά μιλούν για τη μακρά και επίπονα μοναχική ιστορία του τόπου, για το δουλεμπόριο, αλλά και για τη μετανάστευση, αφού από το ένα εκατομμύριο υπηκόους της χώρας τα δύο τρίτα βρίσκονται στο εξωτερικό.

Η φωνή της Σεζάρια, ένα καλοκουρδισμένο, μελαγχολικό όργανο με μια πινελιά βραχνάδας, χρωματίζει το συναισθηματικό της κόσμο με λέξεις και με φράσεις. Ακόμη και οι ακροατές που δεν καταλαβαίνουν τίποτα από τη γλώσσα της, καθηλώνονται από τα συναισθήματα που μοιάζουν να ξεχειλίζουν από μέσα της σε κάθε εμφάνιση.


ΠΗΓΗ:


http://afriki.blogspot.com/2006/08/blog-post_115640952127560559.html

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2008

ΔΑΛΙΔΑ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Η Δαλιδά ή Dalida (Κάιρο 17 Ιανουαρίου 1933 - Παρίσι 3 Μαΐου 1987) ήταν γαλλικής υπηκοότητας Ιταλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός.

Γεννήθηκε στην Αίγυπτο από Ιταλούς γονείς και το πραγματικό της όνομα ήταν Ιολάντα Κριστίνα Τζιλιότι (Iolanda Cristina Gigliotti). Ο πατέρας της, Πιέτρο Τζιλιότι, ήταν βιολιστής στην όπερα του Καΐρου. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1951 ως μοντέλο σε οίκο μόδας, ενώ το 1955 στέφθηκε σε καλλιστεία, Μις Αίγυπτος. Την ίδια χρονιά αναχώρησε για το Παρίσι με σκοπό να κάνει κινηματογραφική καριέρα, ενώ στην πορεία απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα.

Τελικά, χωρίς να εγκαταλείψει την ηθοποιία, στράφηκε κυρίως στο τραγούδι, όταν το 1956 ήλθε μια απρόσμενα μεγάλη επιτυχία, τραγουδώντας το Βambino, το οποίο αν και 45άρι κατάφερε να πουλήσει περισσότερα από 300 χιλιάδες αντίτυπα τις πρώτες εβδομάδες της κυκλοφορίας του. Έκτοτε η πορεία της απογειώθηκε, καθώς συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα του τραγουδιού, ενώ η ίδια τραγουδούσε άνετα σε 10 διαφορετικές γλώσσες, κάνοντας περιοδείες σε όλο τον κόσμο.

Συνολικά έλαβε 55 χρυσούς δίσκους κι έναν διαμαντένιο, πούλησε περισσότερα από 85 εκατομμύρια αντίτυπα σ' όλο τον κόσμο, ενώ πρωταγωνίστησε σε συνολικά σε 11 ταινίες και σε 2 αυτοβιογραφικά ντοκιμαντέρ. Ανάμεσα στα τραγούδια της, ξεχώρισε το ελληνικό Ντιρλαντά το οποίο διασκεύασε στα γαλλικά και ιταλικά ως Darla dirladada, ο Ζορμπάς του Μίκη Θεοδωράκη με γαλλικό στίχο (Zorba), καθώς και Τα παιδιά του Πειραιά επίσης στα γαλλικά (Les enfants du Pirée).

Στην προσωπική της ζωή η Δαλιδά έζησε 2 μεγάλους έρωτες, αρχικά με τον Ιταλό τραγουδιστή Λουίτζι Τένκο και στη συνέχεια με τον Γάλλο παρουσιαστή Ρισάρ Σανφρέ. Και οι δύο αυτοκτόνησαν, κάτι που κλόνισε τη Δαλιδά. Το τέλος της, μοιραία, ήταν ανάλογο. Στις 3 Μαΐου 1987 βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της έχοντας λάβει μία ισχυρή δόση βαρβιτουρικών. Είχε αφήσει σημείωμα στο οποίο ανέφερε: "Η ζωή μου άρχισε να γίνεται ανυπόφορη. Συγχωρέστε με".



ΠΗΓΗ:



ΦΡΑΝΚ ΣΙΝΑΤΡΑ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ



Ο Φράνσις Aλμπερτ Σινάτρα γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1915 σε μια φτωχική εργατική γειτονιά στο Xόμποκεν του Nιου Tζέρσι. Ο πατέρας του Mάρτιν ήταν μποξέρ και πυροσβέστης. H μητέρα του Nτόλι ήταν νοσοκόμα και εξέχον μέλος της τοπικής οργάνωσης του Δημοκρατικού Kόμματος. Ο μικρός Φρανκ, μοναχογιός, μεγάλωσε κυρίως με τη φροντίδα της γιαγιάς του, αλλά παραχαϊδεύτηκε απ’ όλη την οικογένεια, που δεν έπαυε να του χαρίζει τα ωραιότερα ρούχα και παιχνίδια. Γρήγορα έγινε το αστέρι της γειτονιάς και ο αρχηγός μιας συμμορίας παιδιών που πέρναγε την ώρα της κάνοντας ψιλοκλοπές, μέχρι που η οικογένειά του μετακόμισε.

Tο 1933 ο Φρανκ Σινάτρα πήγε να ακούσει τον Mπινγκ Kρόσμπι και βγήκε από το θέατρο αποφασισμένος να γίνει τραγουδιστής. Δεν ήθελε, όμως, να γίνει ένα κακέκτυπο του μεγάλου Kρόσμπι. «Aυτό που πραγματικά έβαλα στόχο να κατακτήσω ήταν περισσότερο η ιταλική σχολή του “μπελ κάντο” με την απαλή διαδοχή από νότες», έχει δηλώσει στο περιοδικό «Λάιφ» το 1965. «Hταν πολύ πιο δύσκολο από το στιλ του Kρόσμπι».

Mέχρι να μπει στο χώρο της μουσικής έκανε ό,τι δουλειά τού έπεφτε στα χέρια. Tελικά, αφού πέρασε ένα φεγγάρι από το Kουαρτέτο Major Bowes Amateur Hour, το 1939 άρχισε να τραγουδά με την ορχήστρα του Xάρι Tζέιμς, για να καταλήξει γρήγορα στο πλευρό του διάσημου τρομπονίστα Tόμι Nτόρσεϊ, που είχε τη φήμη ότι αναδείκνυε νέους τραγουδιστές. Ο Σινάτρα, που είχε έφεση στους πειραματισμούς με τη φωνή του, εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που ο Nτόρσεϊ έλεγχε την αναπνοή του. Προσπάθησε να τον αντιγράψει και να μάθει να χρησιμοποιεί τη φωνή του σαν ένα μουσικό όργανο.

Παράλληλα, για να βελτιώσει την κατάσταση των πνευμόνων του αθλείτο συστηματικά τρέχοντας και κολυμπώντας. Hταν ο πρώτος τραγουδιστής που χρησιμοποίησε την αναπνοή του για να δώσει δραματικότητα στο τραγούδι του, καθώς και το μικρόφωνο για να κάνει τη φωνή του ωραιότερη. Οπως μάλιστα έλεγε ο ίδιος, βαθιά του πεποίθηση ήταν ότι ο τραγουδιστής πρέπει να νιώθει ότι διηγείται μια ιστορία και να τοποθετεί τα πνευμόνια του ανάλογα.

Ο νέος τραγουδιστής τού Tομ Nτόρσεϊ γρήγορα απέκτησε τους δικούς του θαυμαστές και το 1941 ήρθε πρώτος στις προτιμήσεις του κοινού, ξεπερνώντας τον Mπινγκ Kρόσμπι. Tο 1942, με μια σειρά εμφανίσεων στο Θέατρο Παραμάουντ της Nέας Yόρκης, κατέκτησε την καρδιά του αμερικανικού έθνους με έναν τρόπο ακόμα πρωτόγνωρο και που δεν επαναλήφθηκε παρά πολύ αργότερα με την εισβολή του Eλβις Πρίσλεϊ στη δεκαετία του ‘50 και των Mπιτλς στη δεκαετία του ‘60.

Οι εμφανίσεις του προκαλούσαν πραγματική υστερία. Οι εφημερίδες αναγκάστηκαν να απευθυνθούν σε ψυχίατρους για να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Tο 1944 η Σινατρομανία έφτασε στα άκρα όταν 10.000 νεαροί στριμώχτηκαν στο Παραμάουντ Θίατερ της Nέας Yόρκης για να τον ακούσουν, ενώ άλλες 20.000 έξω από το θέατρο τα έκαναν λίμπα στην Tάιμς Σκουέαρ.

Ο Φρανκ Σινάτρα έκανε πάταγο και δημιουργούσε την είδηση όχι μόνο τραγουδώντας αλλά και με την ίδια τη ζωή του. Παντρεύτηκε τέσσερις φορές. Tη Nάνσι Mπαρμπάτο (1939) με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τη Nάνσι, που έγινε αργότερα γνωστή τραγουδίστρια, τον Φρανκ τζούνιορ και την Kριστίνα. Tην ηθοποιό Aβα Γκάρντνερ (1951), την ηθοποιό Mία Φάροου (1966) και, τέλος, το 1976 την Mπάρμπαρα Mαρξ, πρώην σύζυγο του Zέπο Mαρξ. Πολλοί από τους συνεργάτες και φίλους του είχαν φάκελο στο FBI και οι σχέσεις του με τη Mαφία και το οργανωμένο έγκλημα συζητούντο ευρέως. Ο Φρανκ Σινάτρα, όμως, κατάφερνε να επιβιώνει όλων των σκανδάλων και να συνεχίζει το δρόμο του απτόητος, έχοντας την ευχέρεια να μπαινοβγαίνει ακόμα και στο Λευκό Οίκο -στο μεταξύ οι πολιτικές του πεποιθήσεις είχαν αλλάξει, από παιδί της εργατικής τάξης έφτασε να γίνει, όπως και πολλοί άλλοι της γενιάς και της τάξης του, οπαδός των Pεπουμπλικάνων.

Στις 15 Μαϊου 1998 πέρασε στην άλλη ζωή σε ηλικία 82 ετών το είδωλο της δεκαετίας του ‘40, που με το πλούσιο ταλέντο του και την συνεχώς αποδοτική καλλιτεχνική καριέρα του ψυχαγωγούσε την σύγχρονη και την προηγούμενη γενιά μας και τον θυμούνται οι Αθηναίοι να τραγουδά το 1962 στο Ηρώδειο θέατρο και το 1992 στο Ολυμπιακό Στάδιο, κάτω από τον καταγάλανο αττικό ουρανό.



ΠΗΓΗ:



Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2008

ΕΛΒΙΣ ΠΡΙΣΛΕΪ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Ο Έλβις Άρον Πρίσλεϊ (8 Ιανουαρίου 1935 - 16 Αυγούστου 1977) γεννήθηκε στο Τουπέλο του Μισισίπι. Γνωστός και με το ψευδώνυμα "Βασιλιάς της Rock 'n' Roll" και "Βασιλιάς" (αγγ. "The King"), ήταν τραγουδιστής, μουσικός και ηθοποιός ενώ θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους μεγαλύτερους διασκεδαστές των τελευταίων 50 ετών.

Ξεκίνησε τραγουδώντας μουσική rockabilly για την εταιρεία Sun Studios, με πολλά κομμάτια rhythm and blues, gospel και country, ενώ ο συνδυασμός όλων αυτών των οδήγησε προς την καθαρή rock & roll μουσική. Επιτυχία γνώρισε όμως και με μπαλάντες αλλά και με κομμάτια country, μπλουζ, ποπ, φολκ, αγγίζοντας κάποιες στιγμές ακόμη και τη τζαζ. Μπορούσε να φέρει εις πέρας έναν πολύ μεγάλο αριθμό ειδών μουσικής, πάντα με την ίδια επιτυχία, χάρη στην άκρως προσαρμόσιμη φωνή του.

Ο Έλβις Πρίσλεϊ κυκλοφόρησε 75 albums ανάμεσα στο 1956 και το 1977. Υπολογίζεται πως έως και σήμερα έχουν πουληθεί πάνω από 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα, περισσότερα από κάθε άλλο καλλιτέχνη. Πολλά από αυτά έγιναν χρυσά ή πλατινένια, ακόμη και περισσότερες από μια φορές. Εκτός αυτών, τιμήθηκε με 14 υποψηφιότητες για βραβείο Grammy, εκ των οποίων 3 φορές ήταν και ο νικητής. Στην ηλικία των 36 ετών τιμήθηκε με το Grammy Lifetime Achievement Award για το σύνολο της καριέρας του.

Εκτός της καριέρας στη μουσική, ο Πρίσλεϊ συμμετείχε και σε 33 κινηματογραφικές ταινίες. Αν και οι κριτικοί ποτέ δεν τις σχολίασαν με διθυράμβους, ήταν ιδιαίτερα κερδοφόρες. Ακόμη, ιστορικές έχουν μείνει οι τηλεοπτικές εμφανίσεις του και τα ειδικά αφιερώματα που του έγιναν.

Πέθανε πρόωρα το 1977 σε ηλικία 42 ετών από καρδιακή αρρυθμία, ένας θάνατος που ήρθε πιο γρήγορα κυρίως λόγω της κακής διατροφής, των εξουθενωτικών ωραρίων αλλά και των φαρμάκων που χρησιμοποιούσε σε μεγάλες ποσότητες. Παρόλα αυτά, μετά το θάνατο του, υπήρξε σύγχυση, ακόμη και φημολογία πως ο Πρίσλεϊ ζει έως και σήμερα.


ΠΗΓΗ:


JOE DASSIN - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ




Ο Joseph Ira Dassen ήταν Γάλλος τραγουδιστής. Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη στις 5 Νοεμβρίου του 1938. Πατέρας του ήταν ο Αμερικανοεβραίος σκηνοθέτης του κινηματογράφου, Jules Dassin και της Beatrice Launer που ήταν βιρτουόζα του βιολιού από την Ουγγαρία.

Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Νέα Υόρκη και στο Λος Άντζελες των ΗΠΑ. Αργότερα μετακόμισε με την οικογένειά του στην Ευρώπη. Σπούδασε στο International School στη Γενεύη, στο Institut Le Rosey της Ελβετίας και στο University of Michigan στις ΗΠΑ.

Μετά εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, όπου εργάστηκε σε ραδιοφωνικό σταθμό. Εκεί άρχισε να ηχογραφεί τα τραγούδια του τα οποία κυκλοφόρησε και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1070, ήταν στην κορυφή των charts σε πολλές χώρες. Μιλούσε πολλές γλώσσες και κυκλοφόρησε τα τραγούδια του, στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ρωσικά, ισπανικά, ιταλικά και ελληνικά. Πέθανε αιφνιδίως ενώ βρισκόταν σε διακοπές στη Ταϊτή από καρδιακή προσβολή, στις 20 Αυγούστου του 1980 και θάφτηκε στο Χόλιγουντ.


ΠΗΓΗ:


http://lefobserver.blogspot.com/2008/10/joe-dassin.html

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

ΔΙΟΓΕΝΗΣ (Ο ΚΥΩΝ) - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ


ΔΙΟΓΕΝΗΣ (Ο ΚΥΩΝ) (404 - 325 π.Χ.)

O περιβόητος αυτός φιλόσοφος, ο επιφανέστατος μεταξύ όλων των κυνικών φιλοσόφων και κλασικός εκπρόσωπος ης ομώνυμης Σχολής, γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου και πέθανε στην Κόρινθο, σε ηλικία 80 περίπου ετών. Ήταν μαθητής του Αντισθένη, από τον οποίο και γνώρισε την κυνική φιλοσοφία. Την τελευταία όχι μόνο την ενστερνίστηκε απόλυτα, αλλά και με παραδειγματική συνέπεια την ακολούθησε σε όλη την έκτοτε ζωή του, ζώντας μέσα σ` ένα πιθάρι, που το χρησιμοποιούσε για νυχτερινό κατάλυμά του. Υπήρξε είρωνας καυστικότατος και ονειδιστής των ανθρώπινων αδυναμιών, προπάντων δε της ματαιοδοξίας και της υπεροψίας. Τρεφόταν μόνο από προσφορές των θαυμαστών του. Κυκλοφορούσε ξυπόλητος, φορούσε ευτελέστατο χιτώνα και κρατούσε πάντοτε ένα μακρύ ραβδί για να αποδιώχνει τα σκυλιά, που του γάβγιζαν. Δε δημιούργησε ποτέ δική του οικογένεια και θεωρούσε τον εαυτό του ως κοσμοπολίτη. Συζητούσε με όλους και έδινε απαντήσεις στα ερωτήματά τους με μεγάλη ετοιμότητα και ευφυΐαΧ γι` αυτό δε και ήτανε πολύ αγαπητός στους τότε Αθηναίους. Χαρακτηριστικά ανέκδοτα του βίου του (από τις πολλές δεκάδες που υπάρχουν) θεωρούμε τα εξής: 1) Όταν ο Μ. Αλέξανδρος πήγε να τον δει στο πιθάρι όπου κατοικούσε και τον ρώτησε: `Τι θέλεις από μένα Διογένη να σου κάνω;`, εκείνος του απάντησε: `Μη μου αφαιρείς ότι δεν μπορείς εσύ για να μου δώσεις`, εννοώντας τον ήλιο που του τον έκρυβε το σώμα του Αλέξανδρου. Μετά από αυτό ο Μακεδόνας Στρατηλάτης παραμέρισε από μπροστά του σιγοψιθυρίζοντας: `Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα ήθελα να είμαι Διογένης`. 2) Όταν κάποτε τον ειρωνεύονταν πως μπαίνει σε ακάθαρτους χώρους, ο Διογένης, σε απάντηση, τους είπε: `Αλλά και ήλιος και ου μιαίνεται`, δηλαδή: `Κι ο ήλιος μπαίνει σε ακάθαρτους τόπους, αλλά δεν μολύνεται από ατους`. 3) Όταν ένας φαλακρός του είπε: `Φίλε, σε μεν ουχ υβρίζω, τας δε τρίχας της κεφαλής σου επαινώ, ότι, σοφώς ποιούσαι, τοιούτον εξέφυγον κρανίον`, δηλαδή: `Φίλε μου, εσένα μεν δε σε βρίζω, αλλά τις τρίχες του κεφαλιού σου τις επαινώ, γιατί σοφά φερόμενες, ένα τέτοιο ? σαν το δικό σου ? εγκατέλειψαν κρανίο`. 4) Ο Διογένης είχε στο πιθάρι του ένα πήλινο κύπελλο για να πίνει με αυτό νερό. Όταν όμως κάποτε είδε ένα παιδάριο να πίνει με τις φούχτες του νερό από τη βρύση, πέταξε το κύπελλό του πέρα, λέγοντας: `Να που το παιδί αυτό είναι σοφότερο από εμένα`. 5) Μια άλλη φορά πάλι άναψε, μέρα μεσημέρι, έναν λύχνο και κρατώντας τον, γύριζε στης αγοράς τους δρόμουςΧ όταν δε ρωτήθηκε γιατί το κάνει αυτό, έδωσε τη γνωστή περίφημη απάντησή του: `?νθρώπων ζητώ`. Οι Κορίνθιοι, μετά το θάνατό του, στην τότε πλουσιότατη πόλη τους, τον κήδεψαν με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια και στον τάφο τους επάνω έχτισαν μια στήλη (κίονα), στην κορυφή της οποίας έβαλαν ένα μεγάλο σκύλο από μάρμαρο της Πάρου (κύνα).



ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ


ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ (383 - 322 π.Χ.)

Ο Δημοσθένης ήταν ο αναμφισβήτητα μέγιστος ρήτορας της Ελληνικής αρχαιότητας και συνάμα ένας επιφανής πολιτικός της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Γεννήθηκε στην Παιανία (το τωρινό Λιόπεσι) και πέθανε στην Καλαυρία του Πόρου, μέσα στον εκεί ναό του Ποσειδώνα, αυτοκτονώντας, αφού πριν είχε καταδικαστεί σε θάνατο από τον Μακεδόνα Στρατηγό Αντίπατρο, για την όλη πολιτική του δράση, ωσάν υπέρμαχου της ανεξαρτησίας και ελευθερίας της Αθήνας. Αν και από φυσικού του ήταν βραδύγλωσσος και τραύλιζε σημαντικά, χάρη στην ακατάβλητη θέλησή του, πέτυχε να ξεπεράσει το ελάττωμά του και να γίνει ο πιο μεγάλος από τους Αθηναίους ρήτορες. Λέγεται μάλιστα πως νεαρός ακόμη και αδυνατώντας να προφέρει το `ρο` πήγαινε στην παραλία του Φαλήρου, όπου έβαζε χαλίκια στο στόμα του και επί ώρες πολλές προσπαθούσε να αποβάλει το ως τότε ψεύδισμά του. Μια μέρα δε που ο δάσκαλός του τον ρώτησε που ήταν και γιατί άργησε να πάει στο μάθημα, αυτός, σ` απάντησή του, του είπε το περίφημο: `Ερερητόρευκα το υπό σου ρερητορευμένον ρήμα`. Είχε, επιτέλους, κατορθώσει να υπερπηδήσει το σοβαρό εμπόδιο στα σχέδιά του, που δεν ήταν άλλο από το φυσικό του τραύλισμα. Λέγεται επίσης ότι, ενώ άλλοι ρήτορες έστεκαν ακίνητοι κατά τις ομιλίες τους, έχοντας το δεξί χέρι μέσα στον χιτώνα, ο Δημοσθένης, πρώτος αυτός, συνόδευε τις αγορεύσεις του και με εκφραστικές κινήσεις των χεριών του. Από τους λόγους του Δημοσθένη διασώθηκαν 61 συνολικά, μεταξύ των οποίων 13 δικανικοί, 14 δημηγορίες και 34 αφορώντες στην υπεράσπιση ατόμων, κατά τη διεξαγωγή των ιδιωτικού δικαίου υποθέσεών τους. Η ζωή του μεγάλου ρήτορα σημαδεύτηκε κυριολεκτικά από τους ασίγαστους αγώνες του κατά των Μακεδόνων, δηλαδή του Φιλίππου αρχικά, του Αλέξανδρου κατόπιν και των τοποτηρητών του τελευταίου λίγο αργότερα. Στόχος δε των σφοδρών αυτών πολιτικών μαχών του ήταν, όπως έχουμε προαναφέρει, η διατήρηση της ανεξαρτησίας της Αθήνας και των άλλων Ελληνικών πόλεων από την επιβουλή των Μακεδόνων, που σκόπευαν στην επέκταση της Μακεδονικής ηγεμονίας και σ` όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Σαράντα χρόνια μετά το θάνατό του οι Αθηναίοι, τιμώντας τον επιφανή συμπολίτη τους ρήτορα, πατριώτη και πολιτικό Δημοσθένη, του έστησαν χάλκινο ανδριάντα, στη βάση του οποίου και έγραψαν το επίγραμμα: `Είπερ ίσην ρώμην, γνώμη Δημόσθενες, είχες, ουποτ` αν Ελλήνων ήρξεν Άρης Μακεδών`, δηλαδή: `Δημοσθένη, αν η δύναμή σου ήταν ίση με τη γνώμη σου, ποτέ δεν θα κυριαρχούσε των Ελλήνων ο από τη Μακεδονία πολέμαρχος`.



ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ - ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ


ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ (452 - 385 π.Χ.)

Υπήρξε ο κορυφαίος σατυρικός ποιητής της αρχαιότητας, ξεχωρίζοντας ανάμεσα σ` όλους τους ομότεχνους και ανταγωνιστές του, δημιουργώντας δε πραγματική εποχή στον χώρο της αρχαίας κωμωδίας, της οποίας δίκαια θεωρείται και σαν ο πατέρας της. Γεννήθηκε στην Αθήνα και πέθανε στην Αίγινα, σε ηλικία 67 ετών. Για τη ζωή του, όμως, μόνο ελάχιστα μας είναι σήμερα γνωστά. Από τα συνολικά 44 έργα του, τα οποία επί τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες λάμπρυναν τις Αθηναϊκές θεατρικές σκηνές, σώθηκαν μόνο τα εξής: `Νεφέλες`, `Λυσιστράτη`, `Όρνιθες`, `Εκκλησιάζουσες`, `Θεσμοφοριάζουσες`, `Ιππής`, `Σφήκες`, `Βάτραχοι`, `Ειρήνη`, `Αχαρνείς` και `Πλούτος`. Ο Αριστοφάνης έλαβε 10 συνολικά μεγάλα πρώτα βραβεία σε σχετικούς θεατρικούς διαγωνισμούς. Ήταν πνευματωδέστατος ευφυολόγος ? χιουμορίστας και με περίσσια τόλμη καυτηρίαζε, προπάντων τους δημαγωγούς, τους σοφιστές και τον Δήμο της Αθήνας. Στην εποχή του είχε γίνει το δημοφιλέστερο πρόσωπο της πόλης, όντας γνωστός και στον τελευταίο ακόμη από τους Αθηναίους. Ο Αριστοφάνης άνηκε στην Πανδιονίδα φυλή, όχι δε μόνο είχε αριστοκρατική καταγωγή, αλλά κι ανάλογες ιδέες. Πράγμα που τον οδήγησε σε σχέσεις με τον Πλάτων και σε οξεία αντίθεση προς τους περισσότερους άλλους από τους σύγχρονούς του (ακόμη και προς τον ίδιο τον μεγαλοφυή και ηθικότατο Σωκράτη).